Blog
Τα 3 στάδια του συγκαλυμμένου ναρκισσισμού
2021-01-27 22:28Πλέον, όλοι γνωρίζουν - και ενίοτε χρησιμοποιούν σχετικά αυθαίρετα - τον όρο 'νάρκισσος' και τη σημασία του: ο νάρκισσος, πέρα από μυθολογική φιγούρα, είναι ένας άνθρωπος που έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό και τα επιτεύγματά του, που δε διαθέτει γνήσια ενσυναίσθηση ή ενδιαφέρον για τους ανθρώπους γύρω του (πλην όταν έχει κάποιο σκοπό), που δεν αισθάνεται ενοχές ή τύψεις για τις πράξεις του και που πιστέυει ακράδαντα ότι έχει περισσότερα δικαιώματα από τους υπόλοιπους. Κοινώς, είναι ένας άνθρωπος εγωιστής και εγωκεντρικός, με ξεκάθαρη και τρανταχτή αυταρέσκεια και είναι πολύ δύσκολο κάποιος να μην καταλάβει ότι σχετίζεται με ένα τέτοιο άτομο αφού ο νάρκισσος δε θα καταβάλλει κάποια προσπάθεια συγκάλυψης της προσωπικότητας του.
Υπάρχει όμως και ένας άλλος τύπος ναρκισσισμού, ένας τύπος που πιθανόν να είναι ακόμα πιο επικίνδυνος αφού είναι συγκαλυμμένος και συνεπώς είναι αρκετά δυσκολότερο να τον αναγνωρίσει κάποιος. Ο συγκαλυμμένος νάρκισσος βιώνει έντονα αισθήματα κατωτερότητας, ανεπάρκειας και ντροπής και είναι εξαιρετικά ευαίσθητος στην κριτική. Συχνά μιλάει ανοιχτά για αυτά τα αισθήματα, χωρίς όμως να φαίνεται να έχει διάθεση να αλλάξει κάτι. Αντ'αυτού, παρουσιάζει τον εαυτό του σαν θύμα - θύμα των ανθρώπων, θύμα των καταστάσεων, θύμα μίας αδικίας που στοχοποιεί μόνο εκείνον. Και είναι ακριβώς αυτές οι πεποιθήσεις τους που δημιουργούν τον συγκαλυμμένο τους ναρκισσισμό. Η μετάφραση είναι 'Εγώ έχω υποφέρει περισσότερο από όλους άρα όλοι έχετε υποχρέωση να μου φέρεστε διαφορετικά (χωρίς όρια, χωρίς συνέπειες, χωρίς κριτική). Είστε υπεύθυνοι για τη συναισθηματική μου κατάσταση - αν νιώσω άσχημα, εσείς οφείλετε να το διορθώσετε.'
Στις διαπροσωπικές τους σχέσεις δυσκολεύονται να σχετιστούν αφού, παρότι διατείνονται ότι αναζητούν τη συσχέτιση και την οικειότητα, στην πραγματικότητα αδυνατούν να εμπιστευτούν τους ανθρώπους και συνεπώς να δημιουργήσουν υγιείς σχέσεις. Νιώθουν φθόνο για οποιαδήποτε υλικά αγαθά, ταλέντα ή χαρακτηριστικά προσωπικότητας οι ίδιοι δεν διαθέτουν και ζηλεύουν έντονα τον ερωτικό τους σύντροφο αφού οι ίδιοι ενδόμυχα θεωρούν τον εαυτό τους πολύ 'λίγο' για να καλύψουν τις ανάγκες και τις επιθυμίες του. Ο θυμός τους εκφράζεται κατ'εξοχήν με παθητικο-επιθετικό τρόπο, ενώ συχνά μπορεί να επιλέξουν να μην αναφερθούν καν σε κάτι που τους ενόχλησε έτσι ώστε να το έχουν διαθέσιμο όταν θα χρεαστεί να χειριστούν κάποια κατάσταση προς όφελος τους ('Εσύ που πέρσι μου έκανες αυτό, τώρα οφείλεις να ανεχτείς αυτό που σου κάνω.') Το βασικότερο όλων όμως είναι ότι, σε αντίθεση με τον γνήσιο νάρκισσο, που σπάνια θα ζητήσει συγγνώμη για τη συμπεριφορά του, ο συγκαλυμμένος νάρκισσος όχι απλά θα το κάνει, αλλά θα το κάνει και με τον πλέον πειστικό τρόπο (συνοδεία δώρων, λουλουδιών, υποσχέσεων, κλάμματος) μέχρι να κερδίσει αυτό που θέλει...μόνο για να επαναλάβει τις ίδιες συμπεριφορές ξανά και ξανά.
Ο συγκαλυμμένος ναρκισσισμός έχει 3 στάδια ή επίπεδα, αν και πρέπει να σημειώσω ότι δεν είναι απαραίτητο όλοι οι συγκαλυμμένοι νάρκισσοι να φτάσουν στο τελευταίο επίπεδο και, όσοι το κάνουν, δε θα φτάσουν απαραίτητα με την ίδια ένταση και στην ίδια κλίμακα. Αυτό που αξίζει να σημειωθεί είναι ότι, παρότι από στάδιο σε στάδιο αλλάζει η έκφραση και η εξωτερίκευση συναισθήματος, ο πυρήνας της αίσθησης ντροπής, ανεπάρκειας και θυματοποίησης παραμένει ίδιος και είναι ακριβώς η χρόνια επαφή του νάρκισσου με αυτά που επιφέρει σταδιακά χειρότερες αντιδράσεις προς αυτούς που θεωρεί υπεύθυνους για την κατάστασή του.
Στο πρώτο στάδιο συναντάμε τον υπερευαίσθητο εσωστρεφή. Εδώ η βασική ανάγκη είναι αυτή της αποδοχής από τους άλλους. Είναι απαισιόδοξοι, ευαίσθητοι στην κριτική και νιώθουν 'διαφορετικοί'. Τείνουν να κρίνουν σκληρά τον εαυτό τους για την ανεπάρκεια και τα ελαττώματά τους, τα οποία τα αντιλαμβάνονται πολύ χειρότερα από ότι στην πραγματικότητα είναι. Αυτή η αντίληψη εαυτού τους κάνει να μισούν τους άλλους, οι οποίοι θεωρούν ότι δεν τους καταλαβαίνουν, δεν τους εκτιμούν και τους απορρίπτουν. Παρ'όλα αυτά, για την ώρα, όλες οι σκέψεις και τα συναισθήματα παραμένουν παθητικά και ανέκφραστα και ο συγκαλυμμένος ναρκισσιστής παραμένει κλειστός, εσωστρεφής και συναισθηματικά απομακρυσμένος από τους γύρω του. Αυτή η αυξανόμενη απομόνωση, νεύρωση και πίεση οδηγεί το συγκαλυμμένο νάρκισσο σε ένα δίλημμα: αναλαμβάνω την ευθύνη για τις επιλογές και τις αποτυχίες μου ώστε να μπορώ να απελευθερώσω τους άλλους από το βάρος του να μου φέρονται σαν ειδική περίπτωση και να μπορέσω να σχετιστώ υγιώς μαζί τους; Ή συνεχίζω την εξέλιξη μου και προχωράω στο δεύτερο στάδιο του ναρκισσισμού μου;
Στο δεύτερο στάδιο, αυτό που επικρατεί είναι ο φθόνος και η επίρρηψη ευθυνών σε τρίτους. Η βασική ανάγκη πλέον απομακρύνεται από την ανάγκη αποδοχής που ίσχυε στο πρώτο στάδιο και μετατρέπεται σε επιθυμία να επέλθει δικαιοσύνη, να ισοφαρήσει το σκορ με όσους ένιωσε ότι τον υποτίμησαν, απέρριψαν ή προσέβαλαν στο προηγούμενο στάδιο. Πλέον, αρχίζει να χάνεται κάθε επιθυμία ή δυνατότητα αυτοβελτίωσης και η ζωή του συγκαλυμμένου νάρκισσου αρχίζει να περιστρέφεται γύρω από ένα παιχνίδι κατηγοριών. Σημασία έχει μόνο να βρεθεί και να νιώσει δικαιωμένος έναντι όλων όσοι τον κατηγόρησαν ή δεν αναγνώρισαν τη μεγαλοπρέπεια του. Παράλληλα, ενετείνεται η πεποίθηση ότι μόνο οι άλλοι ευθύνονται για το ότι δεν κατάφερε να μεγαλουργήσει και αυτό με τη σειρά του λειτουργεί ανακουφιστικά και ταυτόχρονα ενθαρρύνει τη ναρκισσιστική αλλά και αυτο-υπονομευτική πεποίθηση που λέει 'Μπορώ τα πάντα αλλά όλοι με δυσκολεύουν, γι'αυτό δεν τα έχω καταφέρει.' Με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται αισθήματα φθόνου και υπόγειας επιθετικότητας προς τους άλλους και αυτή είναι η βασική διαφορά από το πρώτο στάδιο: τώρα δε θα υπάρξει απομόνωση ούτε αυτοκριτική. Τώρα η μάσκα αρχίζει να πέφτει και ο συγκαλυμμένος νάρκισσος αρχίζει να χρησιμοποιεί πιο ξεκάθαρη επιθετικότητα και χειριστικότητα για να ισορροπήσει αυτό που αντιλαμβάνεται ως άδικο και να τιμωρήσει όσους τον αδίκησαν. Αυτή η τιμωρία όμως συχνά δεν εξελίσσεται όπως την φαντάζονται λόγω του φόβου και της δειλίας τους, συνεπώς συχνά βρίσκουν ένα αποδιοπομπαίο τράγο: για την προσβολή του αφεντικου, θα την πληρώσει η σύζυγος, για την υποτίμηση από τον φίλο, θα την πληρώσει ο γιος κ.ο.κ. Συνήθως η τιμωρία σε αυτό το στάδιο δεν είναι ιδιαίτερα κακοποιητική και σπάνια περιλαμβάνει σωματικές βλάβες. Η προτίμηση τους είναι να χρησιμοποιήσουν σαδιστικές, παθητικο-επιθετικές τακτικές ώστε να κάνουν τον άλλο να νιώσει πληγωμένος, ανάξιος, ανεπαρκής, όπως νιώθουν οι ίδιοι. Κάποιοι στιγμή όμως αυτό παύει να αρκεί και, ελλείψει ουσιαστικής βελτίωσης της ζωής του - εφόσον δεν προσπαθεί για αυτήν - φτάνει στο τελευταίο στάδιο.
Στο τελευταίο στάδιο εξακολουθεί να επικρατεί η παραίτηση από την προσπάθεια ουσιαστικής συσχέτισης ή προσωπικής ανάπτυξης, αφού αν το προσπαθούσε ειλικρινά και γνήσια και αποτύγχανε, δε θα είχε πλέον κάποιον να κατηγορήσει και θα κατέρρεε όλο του το οικοδόμημα σχετικά με την ευθύνη των άλλων για την κατάληξή του και την ίδια του τη θυματοποίηση. Στο τρίτο στάδιο - το οποίο είναι αρκετά σπάνιο- ο συγκαλυμμένος νάρκισσος πλέον μετατρέπεται σε εκδικητικό τιμωρητή. Η βασική ανάγκη παύει να είναι η κρυφή και χειριστική κακοποίηση των γύρω τους και μετατρέπεται σε μία ξεκθάρη επιθυμία να διαλύσει όσους θεωρεί εχθρούς του. Πλέον αναλαμβάνει ρόλο δικαστή, ενόρκων και δήμιου σε όσους τον έχουν υποτιμήσει - ακόμα και στην κοινωνία σαν σύνολο αν χρειαστεί. Ένα παράδειγμα συγκαλυμμένου ναρκισσιστή τρίτου επιπέδου είναι ο Andreas Brevik, ο Νορβηγός τρομοκράτης που σκότωσε 77 ανθρώπους το 2011. Και ενώ είναι πράγματι σπάνιο να φτάσει κάποιος σε τέτοιο σημείο, κάποιος που φτάνει τελικά εκεί, σίγουρα θα γίνει πιο βίαιος, πιο εκδικητικός και γενικά πιο επικινδύνος, αν όχι για την κοινωνία γενικότερα, σίγουρα για τους κοντινούς ανθρώπους.
Είναι αχρείαστο και ανούσιο να μιλήσω για τους κινδύνους που μπορεί να ενέχει η συσχέτιση με τέτοιους ανθρώπους - αν δεν σας καταστρέψουν σωματικά, σίγουρα θα σας διαλύσουν ψυχοσυναισθηματικά. Αν όμως αναγνωρίζετε αυτά τα σημάδια σε κάποιο κοντινό σας πρόσωπο, αν έχετε βιώσει την κακοποίηση, την αδιαφορία για τα όρια σας, την διαρκή επίρρηψη ευθυνών πάνω σας και παραμένετε σε συσχέτιση μαζί τους, τότε μάλλον είναι καιρός να αναρωτηθείτε για τις δικές σας ανασφάλειες παρά να αναζητήσετε εξήγηση για την δική τους συμπεριφορά.
Όρια ίσον ενσυναίσθηση
2019-09-15 07:51Στο βιβλίο μου με τίτλο 'Οριακά', λέω την ιστορία μίας κοπέλας η οποία με τη βοήθεια της ψυχοθεραπείας αλλά και με δική της επιθυμία, μαθαίνει - μεταξύ άλλων - να σέβεται τα όρια των άλλων και να απαιτεί το ίδιο για τον εαυτό της. Η πορεία της δεν ήταν μονοδιάστατη, υπό την έννοια του ότι ο σεβασμός για τα όρια δεν είναι μία άσκηση που κάνουμε 2-3 μέρες στο σπίτι και έτσι τα μαθαίνουμε. Αυτό που έχω ανακαλύψει τα τελευταία 7 χρόνια που εργάζομαι ως ψυχοθεραπεύτρια είναι ότι τα όρια είναι αλληλένδετα με την ενσυναίσθηση, την ικανότητα δηλαδή να βάλει κανείς τον εαυτό του στη θέση του άλλου. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;
Οι περισσότεροι άνθρωποι που τελούν υπό κάποια δυσλειτουργία ή διαταραχή προσωπικότητας - όπως είναι η Οριακή που πραγματεύομαι στο βιβλίο μου - έχουν ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά: η ανικανότητα να σεβαστούν τα όρια, η πεποίθηση ότι η δική τους ανάγκη/επιθυμία έχει μεγαλύτερη σημασία από αυτές των άλλων αλλά και η αδυναμία να βιώσουν τους γύρω τους με κατανόηση και ενσθυναίσθηση είναι ορισμένα από αυτά. Για την ακρίβεια, μέσα από την εμπειρία μου, έχω καταλήξει ότι, όχι απλά δεν αντιλαμβάνονται την αξία των ορίων σε σημείο να τα θεωρούν ακόμα και απειλητικά ('Γιατί θες να είμαστε διαχωρισμένοι;' είναι η απορία τους και η επειδή η σκέψη της εγκατάλειψης τους τρομοκρατεί, το ίδιο βιώνουν και για τα όρια, που τα θεωρούν προετοιμασία για εγκατάλειψη), αλλά συχνά δεν καταλαβαίνουν καν ότι τα έχουν παραβιάσει. Έχω μιλήσει με ανθρώπους που εκλογικεύουν το γεγονός ότι έψαξαν το κινητό του συντρόφου τους λέγοντας ότι τελικά είχαν δίκιο που το έκαναν γιατί βρήκαν μέσα το τάδε μήνυμα από την τάδε πρώην του. Έχω μιλήσει με ανθρώπους που δεν πληρώνουν αυτά που χρωστάνε λέγοντας ότι εκείνοι τα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη τα χρήματα. Και το αγαπημένο μου είναι όταν ακούω ανθρώπους 25, 30 χρονών να ζουν από τα λεφτά των γονιών τους, γιατί 'Μου το χρωστάνε γιατί όταν ήμουν 5 χρονών χώρισαν/μία Παρασκευή με έδειραν/δε μου αγόρασαν το 1998 εκείνο το παντελόνι που τους ζήτησα'.
Μιλάμε λοιπόν για ξεκάθαρα ανώριμες, ναρκισσιστικές και εξαρτητικές προσωπικότητες. Μία 'καλή' έκβαση για αυτούς τους ανθρώπους είναι να βρουν έναν αντίστοιχα ανασφαλή και 'ανορίοτο' σύντροφο, να φτιάξουν ένα προφίλ στο Facebook 'Γιώργος Μαρία Παπαδοπούλου Χατζηχρήστου', να έχουν ο ένας τους κωδικούς του άλλου και να ζήσουν έτσι, εξαρτημένοι και ανήμποροι για πάντα - ή τουλάχιστον μέχρι ο ένας από τους δύο να αποφασίσει ότι θέλει να ανοίξει δικό του προφίλ στο Facebook, ο άλλος να πει ότι αν υπήρχε αγάπη και πίστη μεταξύ τους αυτό δε θα ήταν απαραίτητο και να ξεκινήσει κάπως έτσι - ίσως - η αντίστροφη μέτρηση την συνεξάρτησης και της απουσίας ορίων.
Μία άλλη πιθανότητα είναι ένας άνθρωπος χωρίς όρια να βρει κάποιον αρκετά οριοθετημένο αλλά κατά τα άλλα ανασφαλή σύντροφο και να δημιουργούνται ομηρικοί καυγάδες σε κάθε παραβίαση προσωπικών δεδομένων ή άλλων ορίων - ή τουλάχιστον σε όσες από αυτές ανακαλύπτονται - ενώ ταυτόχρονα ο αιωνίως εγωκεντρικός χωρίς όρια άνθρωπος φυλάει με κωδικούς και ψέμματα τα νώτα του γιατί η γνώση των δικών μας παραβιάσεων συχνά οδηγεί στην παράνοια ότι θα μας κάνουν το ίδιο και αυτό, φυσικά, είναι απαράδεκτο και αναπόδεκτο. Πολλές πιθανότητες υπάρχουν, καμία δεν έχει μεγάλα ποσοστά επιτυχίας γιατί, όπως είπα, όρια σημαίνουν δυνατότητα για κατανόηση και ενσυναίσθηση. Και μία σχέση χωρίς ενσυναίσθηση, δε μπορεί να επιβιώσει.
Η ψυχοθεραπεία ίσως να αποτελεί το μοναδικό τρόπο για να διορθωθούν αυτές οι συμπεριφορές και αυτό επειδή η παραβίαση των ορίων γίνεται πάντα θέμα προς συζήτηση από το θεραπευτή με ειλικρίνεια και χωρίς ανταγωνισμό. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ο φόβος της εγκατάλειψης, της 'απιστίας'-προδοσίας και της απώλειας του ελέγχου ίσως να μετριαστούν αρκετά ώστε ο ασθενής να νιώσει αρκετά ασφαλής ώστε να πειστεί ότι το να θέτει κάποιος όρια δεν είναι οιωνός εγκατάλειψης ή κριτική και η αγάπη των άλλων δεν κρίνεται από το πόσο 'ανοιχτά' θα αφήσουν τα όρια τους ώστε να μπορέσεις εσύ να νιώσεις μεγαλύτερο έλεγχο στην κατάσταση. Παραμένει όμως ένα από τα δύσκολα θέματα που θα προκύψουν σε μία θεραπευτική ή προσωπική σχέση γιατί η έλλειψη σεβασμού προς τα όρια μαρτυρά αδυναμία για εμπιστοσύνη, εγωκεντρισμό άρα απουσία ενσυναίσθσης και φόβο εγκατάλειψης ταυτόχρονα και αυτός είναι ένας εξαιρετικά δύσκολος συνδυασμός και για αυτόν που τον βιώνει μέσα του και για αυτόν που βιώνει τις συνέπειες αυτού.
Αντίο φίλε μου...
2019-05-12 11:23'Έλεος ρε αγόρι μου...Με έχεις ζαλίσει', είπα με αρκετή ένταση στο λευκό λύκο μου. Η ώρα ήταν 3πμ, είχα πρωινό εγερτήριο στις 8πμ και ο Shadow, όπως κάθε βράδυ τους τελευταίους 6 μήνες, κουνιόταν, σηκωνόταν, μούγκριζε και γενικά μου κοινοποιούσε την ενόχληση και τον πόνο του. Ήταν πλέον 13 χρονών, πονούσαν τα κόκκαλά του, είχε αδυνατίσει, είχαν χαλάσει τα δόντια του. Δεν ήταν πια ο λύκος που ήταν κάποτε - απόδειξη το ότι λίγους μήνες πριν είχαν διαρρήξει το διαμέρισμα μας και ο Shadow απλά κοιμόταν. Ο Shadow, που κάποτε, αν κάποιος έκανε το λάθος να πλησιάσει εμένα, και αργότερα την κόρη μου, τους ξεκαθάριζε αρκετά γρήγορα ότι ο καλύτερος δρόμος, αν ήθελαν να κρατήσουν τα χέρια τους, ήταν αυτός που οδηγούσε μακρυά από εμάς.
Σε κάθε περίπτωση, αυτός δεν ήταν πια ο λύκος μου. Άλλοτε στεναχωριόμουν αφόρητα, άλλοτε θύμωνα, άλλοτε - όταν καθάριζα από το πάτωμα τις ακαθαρσίες που πλέον του έφευγαν σε κάθε δεύτερο βήμα - φώναζα και κουνούσα τα χέρια πάνω-κάτω, σαν καρτούν. Τα βράδια μας καθόμασταν παρέα, όπως κάναμε τα τελευταία 12.5 χρόνια, εγώ βλέποντας τηλεόραση και εκείνος στα πόδια μου. Όταν σηκωνόμουν για να πάρω κάτι, με κοίταζε αλλά πια δεν είχε το κουράγιο να έρθει μαζί μου. Σηκωνόταν μόνο για να έρθει μαζί μου στο δωμάτιο, την ώρα που πήγαινα για ύπνο. Και ενώ κάθε βράδυ είχαμε την ίδια ιστορία - ο Shadow να ξυπνάει και να κουνιέται κάθε ώρα και εγώ να γίνομαι λιγότερο υπομονετική και κατανοητική σε κάθε αφύπνιση - αρνούμουν να τον αφήνω να κοιμάται μόνος του στο σαλόνι. Και έτσι, η ζωή συνεχιζόταν με πόνο, για εκείνον και αυπνία, για εμένα.
Τις τελευταίες όμως μέρες καταλάβαινα ότι δεν πήγαινε άλλο. Του αγόρασα κονσέρβες, είπα στους αγαπημένους του ανθρώπους να έρθουν να τον δουν (οπλισμένοι με ακόμα περισσότερες κονσέρβες!) και έκλεισα ραντεβού για να τον πάω για ευθανασία. Ήθελα να περάσει τα γενέθλιά του, την 31/3, μαζί μας, τρώγοντας και παίρνοντας αγάπη και τη Δευτέρα θα τον συνόδευα στο τελευταίο του ταξίδι. Μα...ο Shadow δεν είχε καμία τέτοια διάθεση και σαν γνήσιος πεισματάρης, έφυγε όπως εκείνος ήθελε. Ήταν βράδυ Πέμπτης. Το κατάλαβα αμέσως. Πήγα δίπλα του, τον έβγαλα μία τελευταία φορά στο μπαλκόνι και μετά τον έβαλα πάνω στον καναπέ και κάθισα δίπλα του. Πέρασε μία ώρα, δύο ώρες, τρεις. Πονούσε, το καταλάβαινα, αλλά πάλευε. Μετά από λίγο κατάλαβα. Δε θα έφευγε όσο ήμουν εκεί. Ο Shadow ήταν ο φίλος, ο φύλακας και ο προστάτης μου επί 13 χρόνια και όσο ήμουν εκεί, θα έμενε ξύπνιος όσο κι αν ήθελε να 'κοιμηθεί'. Έφυγα. Το πρωί είχε φύγει και εκείνος.
Τις επόμενες μέρες περνούσα διάφορα στάδια. Δεν το πίστευα, μου ξέφευγε συνεχώς η φράση 'Τα σκυλιά μας', μετά έκλαιγα, μετά μούδιαζα, μετά πάλι το ξεχνούσα. Μέχρι σήμερα. Σήμερα το κατάλαβα, το αποδέχτηκα και ήθελα να τον τιμήσω. Όσοι έχετε σκυλιά, ξέρετε. Όσοι δεν έχετε, προσπαθήστε να το ζήσετε. Όσο πόνο έχει στο τέλος, έχει διπλάσια αγάπη όσο ζουν. Είναι τα πλάσματα που θα είναι δίπλα σου ανά πάσα στιγμή κι ας έχεις νεύρα κι ας ξεχάσεις να τα ταίσεις γιατί έτρεχες όλη μέρα κι ας βαριέσαι να τα βγάλεις βόλτα. Είναι πάντα εκεί. Όπως ήταν πάντα εκεί και εκείνος, ο πιο πιστός μου φίλος.
Σε αγαπάω, θα σε θυμάμαι, θα σε σκέφτομαι. Εύχομαι εκεί που είσαι να έχει πολλές κονσέρβες! Να είσαι καλά παλλικάρι μου.
31/03/2006-29/03/2019
Το φαινόμενο του πατέρα-φάντασμα: Τί αλλάζει μετά το διαζύγιο;
2018-09-08 18:08Ο Γιάννης και η Μαρία, χωρισμένοι γονείς, ήρθαν να με δουν γιατί διαφωνούσαν έντονα σχετικά με το κατά πόσον η συμμετοχή του Γιάννη στη ζωή του εξάχρονου γιού τους ήταν επαρκής και ουσιαστική. Μέχρι εκείνο το σημείο, περίπου στη μέση της συνεδρίας τους, είχα ακούσει το πρώην ζευγάρι να διαφωνεί για το ποιός προκάλεσε το διαζύγιο τους πριν τρία χρόνια - θέμα εντελώς άσχετο με το ζήτημα της διαπαιδαγώγησης του γιού τους -, για το πώς ο καθένας πίστευε ότι ο άλλος είχε υπάρξει ασυνεπής προς τις υποχρεώσεις του - θέμα, ξανά, άσχετο, με το ζήτημα που είχαν έρθει να συζητήσουν - και, ενώ κατανοούσα ότι, τελικά, το θέμα δεν ήταν καθόλου ο μικρός Σωτήρης, αλλά η ίδια τους η σχέση και το πόσα τραύματα τους είχε προκαλέσει - έπρεπε κάποια στιγμή να έρθουμε στο προκείμενο. Έτσι, τους έθεσα ένα απλό ερώτημα:
- Τι ακριβώς συζητάτε τόση ώρα;
Για λίγα δευτερόλεπτα σταμάτησαν να λογομαχούν, συνειδητοποίησαν ότι βρισκόμουν και εγώ στο χώρο και αμέσως έσπευσαν να απαντήσουν. Η Μαρία, ετοιμοπόλεμη όπως υπέθεσα ότι ήταν και με το Γιάννη, μου μίλησε για το πώς ο Γιάννης δεν είχε κάνει τίποτα από όσα είχε πει ότι θα έκανε πριν χωρίσουν, ότι πλέον η βασικότερη του συμμετοχή στη ζωή του Σωτήρη ήταν η διατροφή, ότι δεν κατανοούσε και μάλλον δεν τον απασχολούσε το ότι εργαζόταν και εκείνη και ορισμένες φορές χρειαζόταν βοήθεια και, εν πάση περιπτώσει...
- Ο Γιάννης δεν ξεκίνησε έτσι, είπε, μαλακώνοντας λίγο. Τον πρώτο χρόνο μετά το διαζύγιο, παρά το συμφωνητικό, έβλεπε το Σωτήρη καθημερινά, το απαιτούσε και εγώ συμφωνούσα απόλυτα με αυτό. Μετά, άρχισε να γίνεται ασυνεπής, άλλοτε ξεχνούσε, άλλοτε δε μπορούσε και εγώ αγανάκτησα και του είπα να τηρήσουμε το διαζευκτήριο κατά γράμμα γιατί ένιωθα ότι δε μπορούσα να βασιστώ πάνω του. Θα σου πει ότι εκείνος δεν ήθελε κάτι τέτοιο αλλά ούτε τον άκουσα να παραπονιέται τότε, ούτε όταν λίγους μήνες αργότερα του είπα να σταματήσουμε αυτή τη χαζομάρα για το καλό του παιδιού έπραξε αναλόγως. Αντιθέτως, μου είπε ότι ήταν καλύτερα να τα αφήσουμε ως έχουν τα πράγματα. Και φυσικά, δεν είναι σύμπτωση το ότι όλα άλλαξαν προς το χειρότερο όταν απέκτησε σχέση!
- Γιάννη, που βρίσκεσαι εσύ σε όλο αυτό που μόλις περιέγραψε η Μαρία;
- Η Μαρία μπορεί να λέει ότι θέλει αλλά στην τελική εκείνη με χώρισε! Το τι σχέσεις έχω εγώ ή το πόσο βλέπω το παιδί, άσε με να το γνωρίζω εγώ! Και στο κάτω κάτω της γραφής, δεν είναι δουλειά της.
- Ναι, θα συμφωνήσω μαζί σου, δεν είναι δουλειά της Μαρίας το αν έχεις σχέση ή όχι και σίγουρα ήταν αναμενόμενο να φτιάξετε ξανά τις ζωές σας, άλλωστε είστε πολύ νέοι και οι δύο. Εδώ όμως ήρθατε να μιλήσετε για το παιδί σας και από αυτά που ακούω, αφ'ενός δεν υπάρχει επαρκής συνεννόηση μεταξύ σας για τα θέματα του Σωτήρη, πράγμα που τελικά επηρεάζει το παιδί, και, αφ'ετέρου, έχω μία απορία: είπες πριν ότι εκείνη σε χώρισε και δεν καταλαβαίνω τι σχέση έχει αυτό με το πώς και πόσο θα επιλέξεις εσύ να ασχοληθείς με το γιό σας...
Όσα ειπώθηκαν από εκείνο το σημείο και μετά ήταν βασικά δικαιολογίες: δεν προλαβαίνω γιατί δουλεύω πολύ, έχω και μία διατροφή να πληρώνω (το είπε με έντονο αίσθημα αδικίας και θυμού) και, τέλος πάντων, αυτά συμφωνήσαμε ενώπιον του δικηγόρου, τι θέλει τώρα; Νόημα φυσικά δε βγήκε από τη συνεδρία γιατί οι δύο αυτοί άνθρωποι είχαν παραμείνει εγκλωβισμένοι στο παράπονο που είχε ο ένας από τον άλλο και, αν έκαναν κάτι για να ηρεμήσει αυτό το παράπονο, ρίσκαραν να χάσουν και αυτό το τελευταίο γραμμάριο σύνδεσης που είχαν μεταξύ τους. Και αυτό, δεν ήταν ακόμα έτοιμοι να το κάνουν.
Επιπρόσθετα, και για μία γενικότερη κατανόηση του φαινομένου του πατέρα που μετά το διαζύγιο απουσιάζει έντονα ή απόλυτα από τη ζωή του παιδιού του, χρειάζεται να ανατρέξουμε σε ορισμένα κοινωνικά ζητήματα. Οι άντρες, αρχετυπικά και κοινωνικά, πρέπει να πετυχαίνουν. Ένα διαζύγιο αποτελεί μεγάλη αποτυχία και ένα παιδί συνεχή υπενθύμιση αυτής της αποτυχίας. Η κοινωνία πιέζει τους άντρες να είναι σκληροί και αποτελεσματικοί αλλά δεν τους διδάσκουμε ότι μπορούν να είναι ευάλωτοι και να έχουν συναισθηματικές ανάγκες, συνεπώς ένας άντρας, μετά το διαζύγιο, θα προτιμήσει να προχωρήσει τη ζωή του αφήνοντας τα παλιά στο παρελθόν, παρά να επιχειρήσει να δημιουργήσει μία πολιτισμένη σχέση με την πρώην σύζυγό του - ειδικά αν αυτή ζήτησε το διαζύγιο και άρα τον απέρριψε - ή να φέρει το πρόβλημά του στη θεραπεία.
Η αλήθεια είναι ότι αρκετά συχνά, και οι ίδιοι οι πατεράδες επιθυμούν περισσότερη επαφή με τα παιδιά τους αλλά είτε βρίσκουν αντίσταση από τη μητέρα για λόγους εκδίκησης είτε οι ίδιοι την εκδικούνται αποσύροντας τη συμμετοχή τους έτσι ώστε εκείνη να μην έχει το χρόνο να ξεκουραστεί ή να φτιάξει τη ζωή της. Εν κατακλείδι όμως, όλα αυτά είναι ενδείξεις ανωριμότητας. Μίας ανωριμότητας που δε μπορεί να έχει θέση στη ζωή ενός γονέα. Από τη στιγμή που αποκτάμε παιδιά, η πρώτη μας σκέψη, η πρώτη μας προτεραιότητα πρέπει να είναι τα παιδιά μας- όχι για να αποκτήσουμε τον πολυπόθητο ρόλο του μάρτυρα και να μιλάμε μετά για τις θυσίες που κάναμε αλλά με ένα τρόπο που αναγνωρίζει ότι η επιλογή του να κάνουμε παιδιά ήταν δική μας, ώριμη και συνειδητή, και άρα οφείλουμε να τους προσφέρουμε την καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας. Ακόμα και αν ο γάμος μας αποτύχει, ακόμα και αν βιώνουμε κάποιες φορές αμφιθυμία για τις αλλαγές που έχει χρειαστεί να κάνουμε, ακόμα και αν νιώθουμε ότι αποτύχαμε και αυτό μας θυμώνει, ακόμα και αν έχουμε ξαναφτιάξει τη ζωή μας, υπάρχει κάπου εκεί έξω ένα πλάσμα το οποίο, αν σήμερα ρωτάει γιατί χωρίσαμε ή που είναι ο μπαμπάς, αύριο θα αναρωτιέται για την αξία του και δε θα μπορεί να σχετιστεί γιατί οι άνθρωποι που έπρεπε να το αγαπάνε και να το καθοδηγούν, του δίδαξαν πως είναι αναλώσιμο, πως μετά από ένα διαζύγιο για το οποίο δεν ευθύνεται καν εκείνο, μπορεί να το εγκαταλείψουν. Και όταν πάρεις ένα τέτοιο μάθημα σαν παιδί, δε μαθαίνεις ποτέ ξανά την έννοια της εμπιστοσύνης...
Επιθυμία και φόβος αφομοίωσης
2018-05-16 16:04Ο Κρόνος κατάπινε τα παιδιά του από φόβο μην τον ανατρέψουν, όπως έκανε ο ίδιος στον πατέρα του. Ο Freud μας λέει πως το φιλί και η ερωτική πράξη δεν είναι κάτι άλλο από μία κρυφή επιθυμία να κατακτήσουμε ολοκληρωτικά, κοινώς να 'φάμε' τον άλλο. Συχνά λέμε στα παιδιά μας ότι θα τα φάμε από την αγάπη μας - πόσο παράδοξο αλήθεια να θες να φας κάποιον από αγάπη - και εκείνα δυσανασχετούν όταν επιχειρούμε να το κάνουμε πράξη βουτώντας τα, φιλώντας τα και αγνοώντας πλήρως και επιδεικτικά τις επιθυμίες τους για ατομικότητα και ανεξαρτησία. Υπάρχουν άνθρωποι που χρησιμοποιούν τη συνεξάρτηση και τη διαρκή συνύπαρξη για να ανακουφίσουν την ανασφάλεια της αναπόφευκτης ανθρώπινης μοναχικότητας, μητέρες που δεν επιτρέπουν στα παιδιά τους να απλώσουν φτερά και να πετάξουν μακρυά από τη φωλιά, άντρες/γυναίκες που δεν επιτρέπουν στις συντρόφους τους να κάνουν βήμα χωρίς να δώσουν πλήρη αναφορά και πάει λέγοντας. Από την άλλη, υπάρχουν παιδιά που πασχίζουν να φύγουν από την οικογενειακή φωλιά, άνθρωποι που βουτάνε μέσα στη μοναξιά τους, επιχειρώντας έτσι να την ξορκίσουν και γυναίκες/άντρες που αντισκέκονται σθεναρά στη διαρκή παρακολούθηση ή την παραβίαση προσωπικών ορίων από το σύντροφό τους. Στην πιο απλή του ανάγνωση, θα έλεγε κανείς ότι οι άνθρωποι είναι χωρισμένοι στους πιο εσωστρεφείς και ανεξάρτητους και στους πιο εξωστρεφείς και αγκιστρωμένους και ότι τα δύο αυτά χαρακτηριστικά των ανθρώπων αυτών λειτουργούν ανακουφιστικά, το ένα για το άλλο. Δεν υπάρχουν όμως απλές αναγνώσεις σε θέματα ανθρώπινης ψυχολογίας.
Η αλήθεια είναι πως, από κάποια ηλικία και μετά, όλα συμβαίνουν συνεργατικά. Δίνουμε κάτι για να πάρουμε κάτι, ακόμα και αν αυτό συμβαίνει σε κάποιο ασυνείδητο επίπεδο, ακόμα και αν δε γνωρίζουμε ακριβώς τι είναι αυτό που ελπίζουμε να πάρουμε. Συχνά, η συναλλαγή μοιάζει αρκετά απλή και ξεκάθαρη, για παράδειγμα ο γιός ή η κόρη που στα 30 επιλέγει να ζει ακόμα στο πατρικό, έχει ανταλάξει την ατομική του ελευθερία και τα όρια του για το βόλεμα του έτοιμου φαγητού και των πληρωμένων λογαριασμών. Δίνουμε υποταγή, παίρνουμε ευκολία και δυνατότητα για τεμπελιά και βόλεμα. Τι άλλο όμως συμβαίνει εκεί και πως αυτό επηρεάζει τις μετέπειτα σχέσεις που θα συνάψουμε; Τέτοιου είδους ανταλλαγές, φαίνεται να δημιουργούν δεδικασμένο το οποίο αργότερα μεταφέρεται αμφιθυμικά στις πιο 'ενήλικες΄σχέσεις μας.
Σκεφτείτε το εξής παράδειγμα; ο Γιάννης είναι 30 ετών και ζει με τους γονείς του. Φυσικά έχει συμβιβαστεί με τους κανόνες του σπιτιού, γιατί στην Ελληνική οικογένεια 'Όσο ζεις κάτω από τα κεραμίδια μου, θα κάνεις αυτό που σου λέω εγώ'. Κοινώς, έχει αφομοιωθεί, τον έχει καταπιεί το οικογενειακό σύστημα, πράγμα που οδηγεί σε πληθώρα συναισθημάτων στον Γιάννη. Αφ'ενός, βιώνει θυμό προς τους καταπιεστικούς γονείς. Αυτό το κομμάτι είναι το πιο εύκολο, γιατί το να αποδίδουμε την ευθύνη στους άλλους για δικές μας επιλογές πάντα εξυπηρετεί ψυχικά. Σε ένα πιο ασυνείδητο επίπεδο όμως, ο Γιάννης νιώθει θυμό και για τη δική του ανεπάρκεια, αφού αναγνωρίζει ότι έχει ξεπουληθεί για να μην ξεβολευτεί. Το συναίσθημα της δικής του ανεπάρκειας το κρύβει πίσω από οικονομικές δυσκολίες που έχει προκαλέσει η κρίση, η κυβέρνηση, ο Trump, οι γυναίκες, οι ομοφυλόφιλοι κ.ο.κ. Στην πραγματικότητα, όμως ξέρει και αυτό τον θυμώνει με τον εαυτό του. Με απλά λόγια, ο Γιάννης είναι διχασμένος και αυτό τον διχασμό θα τον κουβαλήσει μαζί του όταν γνωρίσει τη Μαρία.
Η Μαρία, από την άλλη, είναι μια γυναίκα που επέλεξε να αποκοπεί, τουλάχιστον σωματικά, από το οικογενειακό σύστημα στην τρυφερή ηλικία των 20. Εργάζεται, μαγειρεύει, πλένει και κάνει όλα αυτά που κάνουν οι ενήλικες που ζουν μόνοι τους. Μέ την πάροδο των χρόνων, έχει επιχειρήσει να ζήσει με κάποιους συντρόφους της αλλά έχει καταλήξει να δηλώνει, με φεμινιστικό στόμφο, ότι οι άντρες είναι πλέον μαμάκηδες και ότι αυτή δεν πρόκειται να γίνει μητέρα κανενός. Η Μαρία μεγάλωσε και αυτή σε μία καταβροχθιστική οικογένεια και αρνείται να σχετιστεί ουσιαστικά γιατί φοβάται ότι θα αφομοιωθεί, θα απορροφηθεί από κάποιο νέο σύστημα. Σκέφτεται ότι η ίδια δεν επαναπαύτηκε στο βόλεμα της οικογένειας αλλά πάλεψε για να διαφοροποιηθεί και νιώθει κι αυτή διχασμένη; από τη μία αισθάνεται θυμό που οι γονείς της φέρονταν με τρόπους που δεν της επέτρεπαν να ανεξαρτητοποιηθεί υπό την ασφαλή στέγη του πατρικού, ενώ από την άλλη αισθάνεται θυμό για όσους προσπαθούν να διαιωνίσουν το βόλεμα τους με σπόνσορα την ίδια. Την ίδια στιγμή, νιώθει ότι αν δε συμβιβαστεί τελικά, θα παραμείνει μόνη. Και κάπου εκεί εμφανίζεται ο Γιάννης.
Αυτοί οι δύο επιφανειακά τόσο διαφορετικοί άνθρωποι θα καταλήξουν να συνεργαστούν για να μπορέσουν να αναβιώσουν τα οικογενειακά τους δυναμικά. Θα ξεκινήσει ανάμεσά τους ένα μαγικός χορός επιθυμίας και φόβου, ταύτισης, ανεξαρτησίας, αιτημάτων συσχέτισης και αφομοίωσης. Ο μεν θα αποζητά ασφάλεια και θα την πληρώνει με φαινομενική υποταγή και μετά θα θυμώνει για την υποταγή που χρωστάει και με χαρακτηριστική παθητικότητα θα απαιτεί συσχέτιση, χωρίς όμως να μπορεί να την προκαλέσει - δεν έμαθε ποτέ να το κάνει. Η Μαρία δε θα αποζητά συμμετοχή και άποψη αλλά ποτέ καμία συμμετοχή και καμία άποψη δε θα της είναι επαρκής γιατί εκείνη πάντα ξέρει καλύτερα και γι'αυτό απαιτεί υποταγή αλλά όταν αυτή της δίνεται κοροιδεύει τον ανδρισμό του συντρόφου της. Και οι δύο θα αποζητούν την υγιή αφομοίωση και ταυτόχρονα θα φοβούνται τη δυσλειτουργική αφομοίωση που είναι η μόνη που γνωρίζουν στην πράξη. Επιθυμία και φόβος θα συνυπάρχουν όσο τα βιώματα του παρελθόντος καθοδηγούν το παρόν, όσο και οι δύο επιθυμούν να παραμείνουν παιδιά, όσο φοβούνται την ενηλικίωση.
Ο παρανομαστής στην εξάρτηση και στην αποφυγή είναι πάντα ο ίδιος: φόβος για μία υγιή συσχέτιση, με ίσες δόσεις αφομοίωσης και ανεξαρτησίας, ταύτισης και ατομικότητας. Μόνο έτσι εξαφανίζεται η απειλή της εγκατάλειψης ή ο φόβος ότι οι άλλοι θέλουν να μας καταβροχθίσουν.
Ανάληψη ευθυνών κανείς;
2016-06-30 17:17Το φαινόμενο της αποποίησης ευθυνών μάλλον δεν είναι κάτι καινούργιο, όμως φαίνεται να επιδεινώνεται με την πάροδο των χρόνων. Πιάνω τον εαυτό μου να αναρωτιέται γιατί συμβαίνει αυτό σε εταιρίες, οικογένειες, σχέσεις, στο γραφείο του θεραπευτή μας, ακόμα και μπροστά στον ίδιο μας τον καθρέφτη. Ας ξεκινήσω όμως από τα βασικά: Πώς οδηγείται κάποιος στην απόλυτη άρνηση ανάληψης των ευθυνών που του αναλογούν και πώς συμπεριφέρεται τυπικά ένας τέτοιος άνθρωπος.
Ο 5 ετών Δημήτρης παίζει στο σαλόνι, ενώ οι γονείς του βρίσκονται στο διπλανό δωμάτιο και συζητάνε τα οικονομικά του σπιτιού. Κάποια στιγμή ακούγεται ένας θόρυβος, οι γονείς του μικρού τρέχουν πανικόβλητοι να δουν τι συμβαίνει και ανακαλύπτουν πως ο Δημήτρης έχει σπάσει ένα βάζο. Δεν είναι ένα ιδιαίτερα ακριβό βάζο, ούτε έχει κάποια συναισθηματική αξία αλλά ο μικρός, με αυτή την απίστευτη διαίσθηση που διαθέτουν τα παιδιά, αντιλαμβάνεται γρήγορα ότι οι γονείς του έχουν φορτιστεί συναισθηματικά από κάτι. Μη γνωρίζοντας τι είναι αυτό (εν προκειμένω είναι η άσχημη οικονομική κατάσταση του ζευγαριού αλλά αναμφισβήτητα η ένταση τους θα έβρισκε προσωρινή ανακούφιση στις φωνές που θα έβαζαν στο Δημητράκη), ακούει πανικόβλητος την ερώτηση του πατέρα 'Εσύ το έκανες αυτό;' και χωρίς δεύτερη σκέψη απαντάει 'Όχι, ο Ασπρούλης' (Ασπρούλη λένε το σκύλο της οικογένειας, ο οποίος κοιμόταν γαλήνιος μέχρι να αρχίσουν οι φωνές). Τώρα, υπάρχουν διάφορα ενδεχόμενα, όπως οι γονείς να πιστέψουν τον μικρό και να τιμωρήσουν τον Ασπρούλη ή να μην τον πιστέψουν και να τον τιμωρήσουν για τη ζημιά και το ψέμα μαζί ή να τιμωρήσουν και το Δημήτρη και το σκύλο ή...να ζητήσουν ήρεμα από το Δημήτρη να τους πει την αλήθεια, λέγοντας του (και κρατώντας την υπόσχεσή τους) ότι αυτό δε θα του επιφέρει κάποια τιμωρία αλλά θα χρειαστεί ο ίδιος να καθαρίσει τα γυαλιά με τη σκούπα (η υπέροχη έννοια της φυσιολογικής συνέπειας και όχι της συναισθηματικής και υλικής τιμωρητικής αποστέρησης), ότι πάντα τον αγαπάνε και ότι θα εκτιμήσουν την ειλικρίνεια του. Ας επανέλθουμε όμως στην Ελλάδα.
Με τα δεδομένα που προανέφερα, και εφόσον με κάποιο τρόπο η ανάληψη ευθυνών και η ειλικρίνεια φαίνεται περισσότερα να τιμωρούνται παρά να ενθαρρύνονται, τα παιδιά μαθαίνουν από το σπίτι τους, μετά από το σχολείο τους, μετά από το στρατό και τις σχέσεις τους κτλ, να λένε ψέμματα για να αποφύγουν την τιμωρία: 'Φυσικά και δε ζωγράφισα εγώ τα σεντόνια', 'Εννοείται ότι δεν έκανα κοπάνα', 'Τι λες τώρα αγάπη μου; Είναι δυνατόν να κοίταξα εγώ άλλη γυναίκα;' κτλ. Και κάπου εδώ θα μπορούσε να τελειώνει αυτή η ιστορία: εμείς μαθαίνουμε να καλύπτουμε όσα θεωρούμε ή μας έχουν διδάξει ότι είναι 'κακά' και θα μας προκαλέσουν πρόβλημα ή σύγκρουση, οι γύρω μας πιστεύουν τα ψέμματα μας, εν καιρώ μαθαίνουμε να τα πιστεύουμε κι εμείς οι ίδιοι και τέλος καλό, όλα καλά.
Δυστυχώς όμως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Πρώτον, επειδή (και αλήθεια λυπάμαι που σας μεταφέρω αυτό το δυσσάρεστο) στην ηλικία των 20, των 30, των 40 εμείς οι ίδιοι είμαστε υπεύθυνοι για τη ζωή μας. Εξαιρετικό είναι να κάνετε μία ψυχοθεραπεία για να ανακαλύψετε τα μοτίβα των γονιών σας και πώς εσείς τα αναπαράγετε, να δείτε κατάματα τα αισθήματά σας και να μιλήσετε επιτέλους ειλικρινά με τους γύρω σας, αν όμως η εξέλιξη σας σταματήσει στο 'Η μαμά μου με έβριζε και ο μπαμπάς μου έλειπε πολλές ώρες από το σπίτι, γι'αυτό κι εγώ έγινα τεμπέλα' αυτό που ουσιαστικά επιθυμείτε είναι να παραμείνετε παιδιά. Δεύτερον, και ίσως βασικότερο, η μη ανάληψη ευθυνών σημαίνει στασιμότητα, φοβικές και παθητικά επιθετικές αντιδράσεις, αιώνια θυματοποίηση και μόνιμη παράδοση ευθυνών στους άλλους: το αφεντικό μας είναι αγενές, οι συνάδελφοι μας σαμποτάρουν, η δουλειά μας (πάντα) πιο δύσκολη από όλων των άλλων, τα λεφτά (πάντα) λιγότερα, τα παιδιά μας κακομαθημένα και οι σύζυγοι μας αδιάφοροι. Ποτέ ο ευθυνόφοβος άνθρωπος δε θα σταματήσει τις κατηγορίες του για να δει πώς ευθύνεται ο ίδιος για τις καταστάσεις που τον περιβάλλουν, και που τέλος πάντων αποτελούν τη ζωή του και όχι κάποια ταινία τρόμου που παρακολουθεί ως θεατής φωνάζοντας κάθε λίγο 'Μα καλά είστε χαζοί;;; Μην ανοίξετε την πόρτα!!!'. Ούτε ποτέ θα προσπαθήσει να αφήσει τα λόγια και να αναλάβει δράση για την αλλαγή πλεύσης που λέει ότι επιθυμεί (αλλά ειλικρινά δεν επιθυμεί γιατί μετά δε θα χρειάζεται να βασίζεται στους άλλους για την ανάληψη των δικών του ευθυνών και αυτό είναι μεγάλο ξεβόλεμα) και που οι κακοί άλλοι δεν του προσφέρουν απλόχερα γιατί δεν καταλαβαίνουν πόσο ιδιαίτερος είναι και πόσα αξίζει.
Αξίζει φυσικά να σημειωθεί ότι συνήθως, αν κάποιος επιχειρήσει να μιλήσει ειλικρινά στον ενήλικο Δημήτρη για το πώς μπορεί να καλυτερεύσει με κάποιο τρόπο τη ζωή του, θα αντιμετωπιστεί με τον ίδιο θυμό που ο Δημήτρης φανταζόταν ή έμαθε ότι θα λάμβανε από τους κατά καιρούς ανώτερους του.αν εκφραζόταν ειλικρινά. Υπάρχουν όμως και μερικές φωτεινές εξαιρέσεις. Άνθρωποι που μόλις ανάψεις ένα φως και τους θυμίσεις πως υπάρχει κι άλλο μονοπάτι, αρχίζουν να το ανεβαίνουν και δε σταματάνε μέχρι να φτάσουν στο τέλος του βουνού και να απολαύσουν από ψηλά τη μαγευτική θέα. Για αυτούς γράφω σήμερα, για αυτούς αγαπώ τόσο τη δουλειά μου, για αυτούς θα παραδώσω και το σχετικό σεμινάριο το Σεπτέμβριο και ελπίζω μαζί να τολμήσουμε να μιλήσουμε ειλικρινά, να αναλάβουμε τις ευθύνες των επιλογών μας και να ενδυναμωθούμε.
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το εργαστήριο "Οι 7 συνήθειες των εξαιρετικά αποτελεσματικών ανθρώπων", που θα βασιστεί στο ομόνυμο βιβλίο του Stephen Covey, μπορείτε να επικοινωνείτε μαζί μου στο 6944757122.
Μία ζέστη, μία κρύο: η απόλυτη τεχνική των Ναρκισσιστών
2015-10-04 15:27Έχω γράψει κατά καιρούς για τα στοιχεία που θα προδώσουν ένα Νάρκισσο οπότε δε θα επενδύσω άλλο χρόνο σε αυτό. Σήμερα θα μιλήσω για την απόλυτη τεχνική καταστολής που χρησιμοποιούν οι ναρκισσιστές και που δεν είναι άλλη από τη συνεχή εναλλαγή συμπεριφορών, αντιδράσεων και συναισθημάτων.
Να ξεκινήσω με μία επεξήγηση: ο ναρκισσιστής είναι πεπεισμένος πως είναι κάτι ιδιαίτερο και πως πρέπει να λαμβάνει από τους γύρω του την ανάλογη συμπεριφορά. Δεν πρόκειται να απολογηθεί για τις δικές του άσχημες αντιδράσεις γιατί νιώθει, πιστεύει πάντα πως αυτές είναι δικαιολογημένες (αλλά ακόμα κι αν δεν είναι, σιγά που θα απολογηθώ στους υφιστάμενους μου). Δεν αισθάνεται ενοχές ή τύψεις για τις υποσχέσεις που δεν κρατάει, είναι εξαιρετικά γρήγορος στην ανέυρεση δικαιολογιών ("Ναι, σου είχα υποσχεθεί να βγούμε το βράδυ αλλά τώρα λένε ότι μπορεί να βρέξει, θες να αρρωστήσω;") και η έλλειψη ενσυναίσθησης δεν του επιτρέπει ποτέ να μπει στη θέση του άλλου ή έστω να αναρωτηθεί σχετικά με αυτή. Εν ολίγοις, όλα γυρνάνε γύρω από τους ίδιους, οι ανάγκες των άλλων είναι παράλογες και ασήμαντες, ενώ αντιθέτα οι δικές τους είναι απόλυτα λογικές και αλλοίμονο σε όποιον αρνηθεί να τις καλύψει. Επειδή όμως είναι εξαιρετικοί στο να αντιλαμβάνται και να εκμεταλλεύονται τις αδυναμίες των άλλων, αυτός ο εγωκεντρισμός που τους περιβάλλει σπάνια τιμωρείται (συχνά, για παράδειγμα θα διατηρεί τέτοιες άσχημες συμπεριφορές μία ναρκισσίστρια μητέρα προς την κόρη της, εκμεταλλευόμενη την ανάγκη της για αποδοχή, ένας ναρκισσιστής σύζυγος προς την ανασφαλή και εξαρτητική του σύζυγο, μία ναρκισσίστρια διευθύντρια προς τους υπαλλήλους τους κοκ). Πέραν όμως αυτού, ακόμα και αν υπάρξει επιθυμία εκ μέρους του θύματος για αντίποινα ή αντιπαράθεση, αυτοί οι χαμελέοντες των διαταραχών προσωπικότητας έχουν μία μαγική ικανότητα να αλλάζουν συμπεριφορά άμεσα μόλις αντιληφθούν πως κινδυνέυουν να χάσουν ό,τι είναι αυτό που τους προσφέρει το θύμα τους (μπορεί να είναι οποιασδήποτε μορφής διευκόλυνση, βόλεμα, κάλυψη κάποιου κενού, πάντως σίγουρα δεν έχει να κάνει με γνήσιο συναίσθημα).
Πώς μπορεί λοιπόν να εξελιχθεί μία τέτοια σχέση με έναν υγιή και λειτουργικό τρόπο, όπου και οι 2 πλευρές αισθάνονται όμορφα; Δε μπορεί, γιατί πολύ απλά ο ναρκισσιστής δεν έχει το παραμικρό ενδιαφέρον για το πώς αισθάνονται οι άλλοι. Το μοναδικό του ενδιαφέρον είναι να περνάει και να αισθάνεται ο ίδιος καλά και αν κατά την αναζήτηση αυτή υπάρχουν παράπλευρες απώλειες, αυτό όχι απλά δεν τον ανησυχεί αλλά αρνείται και πεισματικά να το αναγνωρίσει. Όταν πάλι θα υπάρξει κάποια προσωπική του ανάγκη για την κάλυψη της οποίας θα χρειαστεί βοήθεια, ένα γοητευτικό χαμόγελο και μία χιουμοριστική ατάκα είναι όσα χρειάζονται για να τους έχει ξανά όλους υπό το μαγικό του έλεγχο.
Αν διαβάζοντας τα παραπάνω σας έρχεται κάποιος στο μυαλό και αρχίσετε να αναρωτιέστε αν ήρθε επιτέλους ο καιρός να τον αντιμετωπίσετε, επιτέψτε μου να σας βγάλω από το δίλημμα ξεκαθαρίζοντας λίγο το τοπίο. Ο μέσος ναρκισσιστής έχει, λόγω κάποιου τραυματικού γεγονότος, παραμείνει στην ηλικία των 2-3 ετών, όπου όλα είναι απαίτηση και ικανοποίηση του Εγώ. Ως εκ τούτου, ο ναρκισσιστής απαιτεί αυταρχικά, ηρεμεί αν λάβει και εκρήγνειται αν όχι. Εκτός αυτού, δεν αισθάνεται την υποχρέωση να ανταποδώσει κάτι, και αν παραδόξως την αισθανθεί θα προτιμήσει να δώσει υλικά αγαθά παρά συναίσθημα, το οποίο σε κάθε περίπτωση δε διαθέτει. Ακριβώς σαν ένα παιδί 2 ετών, νιώθει πως όλοι ζουν για να τον υπηρετούν και αρνείται πεισματικά να δεχθεί το 'όχι' σαν απάντηση. Αν ακούσει αυτή τη λέξη, κατεβάζει τα μούτρα και τιμωρεί - όχι πλέον με φωνές και εξάρσεις όπως ένα παιδάκι αλλά με παρακράτηση συναισθήματος (όχι γνήσιας μορφής αλλά υποχρεωτικής, αφού έχει καταλάβει πως το συναίσθημα φαίνεται να ηρεμεί τους ανθρώπους και να επιβεβαιώνει πως θα περνάει το δικό του), διακοπής επαφών και γενικότερης απουσίας από τη ζωή του ατόμου που τιμωρείται. Επειδή όμως όλα αυτά τα βιώνει ως απόλυτα σωστά και δίκαια (και ως απόλυτο δικαίωμα του) δεν υπάρχει κάτι που μπορείτε να πείτε ή να κάνετε που θα κάνει αυτό το άτομο να νιώσει πως σε έχει αδικήσει και, εκτός αυτού, είναι ανούσιο να μπείτε σε αυτή τη διαδικασία αν πρόκειται στο πρώτο χαμόγελο να του επιτρέψετε να περάσει τα όρια σας, ακριβώς όπως ένα παιδί που ακούει 'Όχι' αλλά βιώνει 'Ναι' και συνεπώς ποτέ δε μαθαίνει να φέρεται με σεβασμό προς τους άλλους.
Συνεξάρτηση
2015-05-18 21:22Σκέφτομαι ότι η 'εκμετάλλευση' αποτελεί την ιδανική οδό για τη διάλυση οποιασδήποτε σχέσης - ερωτικής, επαγγελματικής, οικογενειακής. Γιατί όμως συμβαίνει; Τί είναι αυτό που κάνει τους/τις συζύγους να αδιαφορούν για την εμφάνιση τους μόλις βάλουν τη βέρα (ουδέν μονιμότερον του προσωρινού), τον υπάλληλο να αρχίσει να αδιαφορεί για τις υποχρεώσεις του μόλις πάρει την προαγωγή (το ίδιο με πριν), τους φίλους να αναθέτουν πάντα την ανεύρεση εισητηρίων και ξενοδοχείων στον πιο 'οργανωμένο' της παρέας;
Οι άνθρωποι είμαστε εκ φύσεως καλοπερασάκηδες, σε διαφορετικούς βαθμούς. Άνθρωποι με κάποια σχετική διαταραχή, όπως είναι η εξαρτητική διαταραχή, καθοδηγούνται από μία λανθάνουσα αντίληψη πως οι άλλοι τους χρωστάνε και οφείλουν να τους υπηρετούν. Η αρχική όμως παθολογία είναι πως όσο περισσότερο κάποιος με προσέχει και αναλαμβάνει να με φροντίζει, τόσο περισσότερο με αγαπάει και άρα τόσο πιο δύσκολα θα με παρατήσει. Με παρεμφερή τρόπο, οι ναρκισσιστές θεωρούν ότι είναι υπερβολικά σημαντικοί για να ασχοληθούν οι ίδιοι με το σέρβις του αυτοκινήτου τους οπότε το αναθέτουν σε κάποιον...στο σύντροφο, στον πατέρα κ.ο.κ. Όσοι δεν παλεύουμε με κάποια διαταραχή, απλά προτιμάμε να περνάμε καλά, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως κάποιος άλλος θα χρειαστεί να περάσει δύσκολα. Αυτό μετεφράζεται σε απλό εγωισμό και όλοι τον διαθέτουμε σε κάποιο βαθμό (εξαιρείται η Μητέρα Τερέζα). Είναι όμως τόσο απλό; Είμαστε εγωιστικά όντα και άρα λειτουργούμε εις βάρος των άλλων; Φυσικά όχι.
Ο άνθρωπος που παραμελεί την εμφάνιση του μόλις παντρευτεί ή μόλις βρεθεί σε σοβαρή σχέση, ελέγχει με αυτό τον τρόπο το πόσο ανιδιοτελής είναι η αγάπη του συντρόφου του. Ουσιαστικά λέει 'Αν με αγαπάς πραγματικά, πρέπει να με αγαπάς και χοντρό/αξύριστη/με τα ίδια ρούχα επί 4 μέρες'. Αυτό είναι αποτέλεσμα κακής σχέσης με τους γονείς. Δηλαδή, ένα παιδί που μεγάλωσε με όρους και προυποθέσεις ('Θα σε αγαπάμε αν...'), θα περάσει την υπόλοιπη ζωή του παθολογικά πασχίζοντας να βρει τον άνθρωπο που θα τον αγαπάει άνευ όρων. Δυστυχώς όμως αυτοί οι άνθρωποι δεν αγαπάνε ούτε οι ίδιοι τον εαυτό τους και άρα αυτό που ζητάνε, το ζητάνε πλασματικά. Δεν πιστεύουν πραγματικά πως μπορεί κάποιος να τους αγαπήσει γιατί έχουν μάθει πως δεν είναι άξιοι αγάπης παρά μόνον όταν πετυχαίνουν - και με δεδομένη τη χαμηλή τους αυτοπεποίθηση, αυτό δε συμβαίνει πολύ συχνά.
Με ένα παρεμφερή τρόπο λειτουργούν και οι άνθρωποι που ζητάνε μόνιμα χάρες, μόνιμα υπερβάσεις από την πλευρά των γύρω τους. Ζητάνε αγάπη και επειδή η αγάπη που οι ίδίοι έχουν πάρει ερχόταν με όποια μορφή ήταν διαθέσιμη (οικονομική, φαγητό, χατίρια) έχουν μάθει ότι η αγάπη σημαίνει προσφορά υλική και όχι ουσιαστική. Έτσι, δοκιμάζουν πόσο τους αγαπάει ο καθένας τεστάροντας μέχρι ποιό σημείο είναι διαθετημένος να αλλάξει το πρόγραμμα του, να μάθει να μαγειρεύει παστίτσιο ή να αγοράσει ένα πολύ ακριβό δώρο.
Φυσικά, όλα αυτά μπορεί να γίνουν δεκτά αν στην άλλη πλευρά υπάρχει ένας άνθρωπος που θα κάνει τα πάντα για να τον αγαπάνε - τουλάχιστον μέχρι να εκραγεί, κάτι που στην περίπτωση των παθητικά επιθετικών ανθρώπων πάντα συμβαίνει σε ανύποπτες στιγμές. Καλό όμως θα ήταν για όλους μας να σκεφτούμε τί είναι αυτό που συμβαίνει και μας προκαλεί τόσο έντονη αδιαφορία για τις ανάγκες και τις επιθυμίες των γύρω μας, γιατί αναμφισβήτητα λέει περισσότερα για εμάς παρά για τους άλλους.
Ο ψεύτης βοσκός
2015-01-21 13:28Σχεδόν όλοι γνωρίζουμε την ιστορία του ψεύτη βοσκού αλλά για όσους δεν τη γνωρίζουν/θυμούνται, ορίστε τι συνέβη:
Ένας νεαρός βοσκός φύλαγε τα πρόβατά του ώσπου κάποια στιγμή βαρέθηκε και σκέφτηκε να κάνει μία πλάκα στους συγχωριανούς του. Άρχισε λοιπόν να φωνάζει με όλη του τη δύναμη 'Λύκος! Λύκοοοος!'. Έντρομοι οι κάτοικοι έσπευσαν να βοηθήσουν αλλά μόλις έφτασαν συνάντησαν το νεαρό βοσκό να έχει πέσει στο γρασίδι και να κρατάει την κοιλιά του από τα γέλια. Θυμωμένοι, οι χωρικοί έφυγαν. Λίγες μέρες αργότερα, ο βοσκός μας πάλι βαρέθηκε και ξανά έκανε το ίδιο κόλπο: 'Λύκος! Βοήθεια, τρώει τα ζωντανά μου!'. Ξανά οι καλοί χωρικοί έτρεξαν, ξανά αντίκρυσαν το ίδιο θέαμα. Να μη σας τα πολυλογώ, κάποια στιγμή ήρθε πράγματι ένας λύκος και όταν ο βοσκός φώναξε για βοήθεια, οι χωρικοί δεν πήγαν γιατί νόμιζαν πως ήταν ακόμα ένα κακόγουστο αστείο. Έτσι ο λύκος έφαγε αρκετά πρόβατα και ο βοσκός έμαθε να μη λέει ψέματα.
Σε ένα ιδανικό κόσμο, οι άνθρωποι δε λένε ψέματα. Είμαστε όλοι αρκετά ασφαλείς ώστε να μπορούμε να πούμε την αλήθεια, είτε επειδή αυτή δεν είναι προβληματική είτε γιατί αυτός στον οποίο θα την πούμε θα συνεχίσει να μας αγαπάει παρά τα λάθη μας. Σε ένα ιδανικό κόσμο επίσης, εάν τύχαινε κάποια στιγμή να πούμε ένα ψεματάκι και αυτό επηρέαζε αρνητικά τους γύρω μας, το μάθημα θα μας γινόταν πάθημα, όπως έγινε στο βοσκό. Σε αυτό τον κόσμο όμως, δεν ισχύει τίποτα από αυτά.
Ποιοί είναι λοιπόν οι λόγοι που μπορεί να ωθήσουν κάποιον στο να πει ψέματα; Η πλέον συνηθισμένη και βολική δικαιολογία είναι πως το κάνουμε για να μην πληγώσουμε κάποιον. Έτσι, για παράδειγμα, αν απιστήσουμε, επιλέγουμε να το κρατήσουμε κρυφό από το σύντροφό μας για να μην πληγωθεί. Αν, σαν έφηβοι, ξεκινήσουμε το κάπνισμα, δεν το λέμε στους γονείς μας για να μην τους απογοητεύσουμε. Και ενώ σε ένα πλασματικό επίπεδο έχουμε εκλογικεύσει αυτή τη σκέψη σε σημείο που, όχι απλά βγάζει απόλυτο νόημα, αλλά μας καθιστά και εξαιρετικούς ανθρώπους, η πραγματικότητα είναι μάλλον λίγο διαφορετική. Οι περισσότεροι άνθρωποι επιλέγουν να πουν ψέματα για να αποφύγουν μία αντιπαράθεση, είτε αυτό αποτελεί μία πραγματική πιθανότητα είτε μία φαντασιακή, και κατά βάση αυτό που δεν αντέχουν είναι η αίσθηση πως απογοητεύουν κάποιον. Ως εκ τούτου, πολύ συχνά, οι παθολογικοί ψεύτες είναι άνθρωποι εξαρτητικοί, των οποίων η αυτοεικόνα είναι άμεσα συνδεδεμένη με την άποψη που επιθμούν να σχηματίσουν οι άλλοι για το άτομό τους. Χρησιμοποιώντας τα ψέματα, οι άνθρωποι αυτοί προσπαθούν να δημιουργήσουν μία εικόνα που είναι πιο κοντά σε αυτό που θα ήθελαν να είναι και έτσι μπορεί να εκλογικεύσουν, να αρνηθούν ή απλά να μην αναφέρουν γεγονότα τα οποία θεωρούν ότι δεν έχουν συνάφεια με τη φαντασιακή προσωπικότητα που επιθυμούν. Με απλά λόγια, ένας άνθρωπος εξαρτητικός, θα προτιμήσει να πει ψέματα για το ότι, παιδιάστικα ενδεχομένως, ξόδεψε όλα του τα χρήματα, λέγοντας μία ιστορία πιθανών τελείως απίθανη, παρά να παραδεχτεί πως τα ξόδεψε με ένα τρόπο ασύμβατο με αυτόν που θα το έκανε ένας ώριμος ενήλικας, πχ. σε τυχερά παιχνίδια. Είναι τόσο σημαντική αυτή η αποφυγή παραδοχής της πραγματικότητας, που διατίθενται ακόμα και να ρισκάρουν τη θύελλα θυμού ή απογοήτευσης που συχνά επακολουθεί την ανακάλυψη των ανακριβειών τους -κάτι που συχνά συμβαίνει όταν χάσουν τον έλεγχο όσων λένε, καθότι δυστυχώς το ένα ψέμα συνήθως προυποθέτει και ένα επόμενο ψέμα. Οτιδήποτε είναι καλύτερο από την άμεση αντιμετώπιση της κατάστασης και ακόμα και μία παράταση κάποιων ωρών είναι προτιμότερη, έστω κι αν θα επιφέρει ένα χειρότερο αποτέλεσμα.
Μία άλλη ομάδα ανθρώπων που συχνά καταφεύγουν στο ψέμα είναι οι άνθρωποι που υποφέρουν από κάποια εξάρτηση ουσιών ή συμπεριφοράς. Για τους ίδιους λόγους που αναφέραμε παραπάνω, δηλαδή να μη χρειαστεί να αντιμετωπίσουν το θυμό ή την απογοήτευση κάποιου στον οποίο πχ. υποσχέθηκαν ότι δε θα καπνίσουν ξανά ή ότι θα προσπαθήσουν να ελέγχουν τις διατροφικές τους συνήθειες. Εδώ όμως υπάρχει επιπροσθέτως και ο παράγοντας σωματική και συναισθηματική εξάρτηση, ο οποίος μερικές φορές φαίνεται να λαμβάνει προτεραιότητα έναντι όλων των υπολοίπων. Ο άνθρωπος που είναι εξαρτημένος από κάποια ουσία, θα χρησιμοποιήσει το ψέμα ως μέσον για να φτάσει στο πολυπόθητο αντικείμενο: το τσιγάρο, την ηρωίνη, τη σοκολάτα. Εκείνη τη στιγμή ο εγκέφαλος απαιτεί τη δόση του ναρκωτικού που θα τον επεναφέρει σε ηρεμία και ο εξαρτημένος από ουσίες άνθρωπος φαίνεται αδύναμος να αντισταθεί. Δυστυχώς αυτή η αδυναμία συχνά εκλαμβάνεται από το περιβάλλον ως αδιαφορία, ειδικά αν έχουν προϋπάρξει υποσχέσεις για αλλαγή ή εκβιασμοί όπως 'Το τσιγάρο ή εμένα, διάλεξε'.
Τα δυναμικά που οδηγούν στο ψέμα είναι πολλά, έχουν όμως στην πλεοψηφία τους ένα κοινό στοιχείο - την ανάγκη να μας αγαπήσουν οι άλλοι με τα ελαττώματά μας. Κάποιες φορές, η ανάγκη αυτή είναι τόσο έντονη που υποσυνείδητα πάμε κόντρα σε αυτό που μας έχει ζητηθεί - ουσιαστικά λέμε 'Όταν με αγαπήσεις καπνιστή/υπέρβαρο/αλκοολικό, τότε θα κάνω ειλικρινείς προσπάθειες να αλλάξω.' Είναι μία παθολογία που ξεκινάει από την με όρους αποδοχή και αγάπη των γονιών, η οποία απαιτεί καλούς βαθμούς, καλή συμπεριφορά, προτίμηση του ενός γονέα υπέρ του άλλου σε περίπτωση διαζυγίου και όταν αυτές οι συνθήκες δεν πληρούνται, η αγάπη και η φροντίδα παρακρατώνται. Είναι όμως εξ'ίσου σημαντικό να φτάσουμε κάποια στιγμή σε μία αποδοχή των γεγονότων και να προσπαθήσουμε, με ευθύνη ενήλικα πλέον, να τα αλλάξουμε. Δυστυχώς με το να επιρρίπτουμε ευθύνες, δεν έρχεται η αλλαγή και εάν υποθέσουμε ότι σε μία οποιαδήποτε σχέση τα 2 βασικότερα στοιχεία είναι ο σεβασμός και η εμπιστοσύνη, νομίζω είναι πασιφανές το πόσο επιβλαβή μπορούν να αποβούν τα ψέματα και οι ανακρίβειες. Ας μην ξεχνάμε ότι η εμπιστοσύνη δύσκολα κερδίζεται, αλλά εύκολα χάνεται.
Όπως έστρωσες κοιμήσου
2015-01-06 17:13Το "Όπως έστρωσες κοιμήσου" είναι μεγάλη κουβέντα΄. Αν δεν έχεις δημιουργήσει σχέσεις που είναι βασισμένες στα σταθερά όρια, στο σεβασμό και την εκτίμηση του ενός από τον άλλο και στην κατανόηση πως, στην ενήλικη ζωή, συνήθως αυτά που εμείς αρνούμαστε να πράξουμε, υποχρεωτικά πρέπει να τα πράξει κάποιος άλλος, ή τουλάχιστον να 'πληρώσει' το ότι δεν έγιναν, μην παραπονιέσαι πως οι άλλοι δεν εκτιμούν τις προσπάθειες σου, την υπομονή σου, την καλοσύνη σου ή οτιδήποτε άλλο. Είναι σπάνιο φαινόμενο να βρεθούν άνθρωποι που, ενώ θα τους αφήσεις λίγο πιο χαλαρά τα όρια, παρ'όλα αυτά θα τα σεβαστούν. Συνήθως, τα χαλαρά ή ασταθή όρια, τεντώνονται, τρίβονται, κόβονται, σπάνε εν ριπή οφθαλμού κι εμείς μένουμε να απορούμε πότε, πώς, γιατί μας εκμεταλλεύτηκε ο/η τάδε.
Ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται όταν σπάει η εμπιστοσύνη μας στους ανθρώπους - γιατί αφού δε με σέβονται αυτοί, σιγά μην τους σεβαστώ εγώ - και μετά αποφασίζουμε εμείς να αρχίσουμε να σπάμε πεισματικά τα όρια των γύρω μας. Δημιουργείται έτσι στα μυαλά όλων μας (εκτός λίγων εκλεκτών εξαιρέσεων που διατηρούν την πίστη τους στην ανθρωπότητα!) μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία ανασφάλειας και καχυποψίας που διατάζει βροντερά να προλάβουμε εμείς να κάνουμε κακό στους άλλους πριν προλάβουν αυτοί - γιατί, αν τους αφήσουμε, σίγουρα θα προλάβουν! Κι ενώ τα πράγματα σίγουρα δεν είναι τόσο απλά, δυστυχώς, άθελα μας (υποσυνείδητα) ίσως πολλές φορές, όλοι λειτουργούμε με εγωιστικούς τρόπους που γνωρίζουμε πως σε κάποιο επίπεδο θα βλάψουν τον απέναντι μας. Η σύζυγος που ενώ μπορεί να βρει μία δουλειά, επιλέγει να μην το κάνει γιατί δεν ξέρει να οδηγεί, υποχρεώνει το σύζυγο να παλεύει μόνος του για τη συντήρηση της οικογένειας. Ο σύζυγος που 'ξέχασε΄για 4η φορά αυτή τη βδομάδα να φέρει τυρί/να πάει στην τράπεζα/να βάλει τα χαλιά στην αποθήκη, υποχρεώνει τη συζυγό του να επαναλαμβάνεται ή να τα κάνει μόνη της. Ο φίλος που, ενώ γνωρίζει πως τα παιδιά μας κοιμούνται στις 9, επιμένει να μας καλεί στο τηλέφωνο του σπιτιού στις 11 κάθε βράδυ, μας υποχρεώνει μάλλον να τρέχουμε σαν τρελλοί να προλάβουμε την κλήση πριν (Θεός φυλάξοι) ξυπνήσουν τα παιδιά. Ο ασθενής που πεισματικά ακυρώνει συνεδρίες χωρίς να ενημερώνει, μας υποχρεώνει ίσως να καθιερώσουμε τους αυστηρούς κανόνες περί πληρωμής ακυρωμένων συνεδριών, ακόμα κι αν προσπαθήσαμε τις πρώτες φορές να μην το κάνουμε.
Σαν ένα μωρό 2 ετών, που τεστάρει τα όρια της μαμάς ρίχνοντας το τραπεζομάντηλο κάτω 18 φορές τη μέρα, έτσι κι οι ενήλικες τεστάρουμε τα όρια μας για να δούμε πόσο μας παίρνει να τεντώσουμε το σχοινί. Και συνήθως δεν το κάνουμε με κακή πρόθεση, ακόμα κι αν ο αποδέκτης της συμπεριφοράς μας θέλει να αρχίσει να φωνάζει και να χτυπιέται. Συνήθως αυτό που φωνάζουμε είναι 'Αν με αγαπάς, δεν πρέπει να έχεις πρόβλημα που δε δουλέυω/που ξέχασα το τυρί/που σε πήρα τηλέφωνο τέτοια ώρα/που ακύρωσα την 27η συνεδρία αυτό το χρόνο'. Φωνάζουμε να μας αγαπήσουν οι γύρω μας με τα ελαττώματά μας! Φωνάζουμε να μας δώσουν (μητρική) αγάπη άνευ όρων και άνευ ορίων! Φυσικά, όπως είναι αναμενόμενο, τα άτομα που το φωνάζουν αυτό είναι συνήθως εξαιρετικά ανασφαλή και εξαρτητικά καθότι δεν έλαβαν ποτέ αυτή τη μητρική αγάπη άνευ όρων. Σαν παιδιά, έγιναν αποδέκτες έντονης κριτικής, ενοχών, ντροπής, αισθημάτων ανεπάρκειας και ανασφάλειας. Συνήθως δε, τα άτομα αυτά προέρχονται είτε από μονογονεϊκές οικογένειες είτε από οικογένειες όπου οι 2 γονείς δεν ακολουθούσαν κοινή διαπαιδαγωγική πορεία, οπότε η λέξη 'όρια' τους είναι άγνωστη. Και, ως γνωστόν, ό,τι είναι άγνωστο συνήθως μας τρομοκρατεί.
Η προσπάθεια για καλυτέρευση σε αυτές τις περιπτώσεις δε μπορεί παρά να είναι κοινή. Το άτομο που αισθάνεται πως καταπατώνται τα όρια του, θα πρέπει να μιλήσει σε αυτόν/αυτή που τον δυσκολεύει απλά, ήρεμα και ξεκάθαρα για αυτό που τον προβληματίζει. Αν ξεφύγει η κατάσταση από τον έλεγχο του και επέλθουν φωνές, χιερονομίες κτλ, δεν πρόκειται να βρεθεί κάποια λύση - οι άνθρωποι που αναφέραμε πιο πάνω συνήθως είναι μάστορες στη διαχείριση κριτικής και φωνών αφού τα έχουν ζήσει από παιδιά. Έχουν μάθει λοιπόν μία από δύο τεχνικές (ή εναλάσσονται ανάμεσα και στις δύο): ή επιτίθενται πιο έντονα, φωνάζουν πιο δυνατά ή χτυπάνε το συνομιλητή τους ή αποφεύγουν τη συζήτηση φεύγοντας από το δωμάτιο (ή στην περίπτωση της θεραπείας, δεν επιστρέφουν ποτέ στο γραφείο). Έτσι, είναι σημαντικό να διατηρηθεί μία ηρεμία, η οποία και πάλι δεν εγγυάται αποτελέσματα αλλά σίγουρα αυξάνει τις πιθανότητες να επιλυθεί το ζήτημα επιτυχώς. Τις περισσότερες φορές δυστυχώς η σχέση θα υποστεί μεγάλη ρήξη, καθώς οι άνθρωποι αυτοί είναι εξαιρετικά ευαίσθητοι στην κριτική. Παρ'όλα αυτά, υπάρχει και μία περίπτωση η σχέση να εξομαλυνθεί και, σε κάθε περίπτωση, το οφείλουμε στον εαυτό μας και στους γύρω μας να μην κρατάμε το θυμό μας κλειδωμένο, αφ'ενός γιατί ξέρουμε πλέον πως αυτό αποτελεί την αρχή της κατάθλιψης αλλά και αρκετών ασθενειών και αφ'ετέρου γιατί όταν τελικά τον απελευθερώσουμε, θα είναι ένα ηφαίστειο που θα παρασύρει τους πάντες. Εάν όντως κοιμόμαστε όπως στρώνουμε, συνετό είναι να φροντίζουμε να στρώνουμε με τρόπο που δε μας δυσκολεύει, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως το στρώσιμο του θα χρειαστεί αλεπάλληλες προσπάθειες και αποτυχίες μέχρι να βρούμε το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Εύχομαι καλή χρονιά σε όλους.