Blog
Θεραπευτής-άνθρωπος
2014-12-09 18:38Υπάρχει μία έντονη σύγχυση σχετικά με τους ψυχοθεραπευτές και το επάγγελμά μας και θα ήθελα σήμερα να μιλήσω για αυτήν.
Αναφέρομαι στο ότι πολλοί θεραπευόμενοι επιλέγουν να ακυρώνουν συνεδρίες χωρίς ουσιαστικό λόγο και ακόμα και αν ο θεραπευτής έχει προσφέρει κάποια εναλλακτική λύση. Αναφέρομαι επίσης σε θεραπευόμενους οι οποίοι διακόπτουν τη θεραπεία τους χωρίς έστω ένα 'Αντίο'. Νομίζω πως αυτό συμβαίνει για πολλούς λόγους. Πρώτον, υπάρχουν θεραπευτές οι οποίοι μη θέλοντας να ρισκάρουν να χάσουν τον ασθενή (έχουν ήδη δημιουργήσει το σενάριο ότι αναφέροντας αυτό που συμβαίνει θα επέλθει ανεπανόρθωτη ρήξη στη θεραπευτική σχέση), ανέχονται διάφορα σημάδια που προμηνύουν ένα άδοξο τέλος - καθυστερημένη προσέλευση στις συνεδρίες, συνεχείς ακυρώσεις, αδιαφορία για την εύρεση μίας εναλλακτικής μέρας. Υπάρχουν φυσικά και ασθενείς οι οποίοι αντιστέκονται σθεναρά στην αλλαγή και για τους οποίους η θεραπεία είναι απλά ένας τρόπος να αποτύχουν δικαιολογημένα: "Εγώ προσπάθησα, αυτός/αυτή δε με βοήθησε." Με λίγα λόγια, έχουν αποφασίσει να φύγουν πριν καν έρθουν.
Αυτό όμως το οποίο θέλω σήμερα να τονίσω είναι κάτι άλλο. Είναι η αίσθηση που υπάρχει από την πλευρά πολλών ανθρώπων πως, για κάποιο λόγο, οι θεραπευτές οφείλουν να παραμένουν στοϊκοί στις διαρκείς ακυρώσεις ή στις αναπάντεχες (και κατά καιρούς απλήρωτες) αποχωρήσεις. Είναι η αίσθηση πως ο θεραπευτής οφείλει να θυσιάζεται, να επενδύει, να περιμένει και, αν χρειαστεί, να μένει χωρίς εισόδημα επειδή η ψυχοθεραπεία είναι λειτούργημα. Τέλος, είναι μία λανθασμένη εντύπωση πως οι θεραπευτές είναι ψυχροί επαγγελματίες που δε θα ενδιαφερθούν ούτε θα πληγωθούν αν μία μέρα απλά δεν ξαναπατήσουμε για συνεδρία και μετά αρνούμαστε επίμονα να απαντήσουμε στις κλήσεις ανσυχίας τους - πιθανόν να έχει δημιουργηθεί από τον ασθενή ένα σενάριο το οποίο βάζει στο θεραπευτή στη θέση του γονέα που τον επέκρινε όταν δεν ολοκλήρωνε κάτι, πιθανόν να περιμένει ο ασθενής μία απορία ως προς το γιατί έφυγε χωρίς έστω να μας χαιρετήσει και χωρίς να πληρώσει τα χρωστούμενά του. Γιατί, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, οι θεραπευτές ζουν από το επάγγελμά τους και μάλιστα, αν αποφασίσουν να είναι πιο ελαστικοί με τις πληρωμές τους, δεχτούν για παράδειγμα να πληρώνονται κάθε τέλος του μήνα, βασίζονται στην καλή θέληση του θεραπευόμενου να ανταποδώσει τη χειρονομία αυτή με το να είναι τουλάχιστον συνεπής στην ώρα και τις πληρωμές του. Και όταν αυτή η επένδυση χρόνου, αυτή η καλή θέληση, αυτή η προσπάθεια του θεραπευτή δεν ανταποδωθεί, τότε ακόμα και ο επαγγελματίας ψυχικής υγείας μπορεί να νιώσει πληγωμένος και προδωμένος.
Τα γράφω αυτά γιατί είναι τόσο έντονη η ανάγκη του ασθενή να τον ακούσει, να τον καταλάβει και να τον βοηθήσει κάποιος, που ορισμένες φορές δε σταματάει να σκεφτεί πως αυτός που κάθεται απέναντι του εργάζεται σκληρά για να βοηθήσει όσο περισσότερους ανθρώπους μπορεί. Όταν το αντάλλαγμα είναι, όχι απλά άδικο αλλά και αδιάφορα αποφευκτικό, καλό είναι ο καθένας να κάνει μία παύση και να ψάχνει μέσα του ποιά ανάγκη τον ωθεί σε τέτοια συμπεριφορά - και κατά πόσον τελικά ευθύνονται πάντα οι άλλοι, όπως συχνά ισχυρίζεται.
Διπολική διαταραχή ή οριακή προσωπικότητα;
2014-12-02 12:53Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλές έρευνες και πολλές συζητήσεις γύρω από το αν η διπολική και η οριακή διαταραχή ανήκουν σε διαφορετικά σημεία της ίδιας γραμμής. Η πραγματικότητα είναι πως οι 2 διαταραχές έχουν πολλά κοινά σημεία και χαρακτηριστικά γνωρίσματα. Παρ'όλα αυτά, υπάρχουν και σημαντικές διαφορές ανάμεσά τους.
Αφ'ενός, ας κοιτάξουμε εν συντομία τα κοινά συμπτώματα που εμφανίζουν οι άνθρωποι που εμφανίζουν τις διαταραχές αυτές. Και στις 2 περιπτώσεις υπάρχουν έντονες μεταπτώσεις διάθεσης οι οποίες συνεπώς δημιουργούν μία συγκεχυμένη αίσθηση εαυτού. Επίσης, και στις 2 διαταραχές υπάρχει έντονη παρορμητικότητα σε τομείς όπως οι ουσίες, η οδήγηση, το σεξ και το άσκοπο ξόδεμα χρημάτων. Ο αυτοτραυματισμός και ο αυτοκτονικός ιδεασμός επίσης είναι κοινά στοιχεία των διαταραχών. Ακόμα όμως και αυτές οι, εκ πρώτης όψεως, κοινές συμπεριφορές, εμπεριέχουν βασικές διαφορές.
Οι μεταπτώσεις διάθεσης στο άτομο που υποφέρει από διπολική διαταραχή πρέπει να είναι συγκεκριμένης διάρκειας για να γίνει διάγνωση (τουλάχιστον μία εβδομάδα μανίας/υπομανίας, τουλάχιστον 2 εβδομάδες κατάθλιψης). Αντιθέτως, στην οριακή διαταραχή, αυτοί οι χρονικοί περιορισμοί δεν υπάρχουν καθότι δεν είναι τόσο ευδιάκριτοι - ο οριακός άνθρωπος μπορεί να περάσει λίγες ώρες σε κατάσταση υπομανίας, μετά να περιέλθει σε μία έντονη θλίψη και μέσα στη ίδια μέρα να επιστρέψει σε επίπεδα μανίας. Συνήθως, στην περίπτωση του οριακού ανθρώπου η διάθεση είναι άμεσα συνδεδεμένη με το συναίσθημα που βιώνουν εκείνη τη στιγμή και το οποίο είναι σχεδόν πάντα συνδεδεμένο με το φόβο εγκατάλειψης, δηλαδή μία νέα σχέση μπορεί να τους δημιουργήσει έντονη χαρά, ενώ μία απόρριψη να τους δημιουργήσει έντονη δυσθυμία που νιώθουν πως δε μπορούν να την αντέξουν. Αντίθετα, τα άτομα που υποφέρουν από διπολική διαταραχή, βιώνουν μανία και κατάθλιψη ανεξάρτητα από το τί συμβαίνει γύρω τους, το οποίο είναι και ένα μέρος της μεγάλης δυσκολίας όσων έχουν τη διαταραχή.
Ο αυτοκτονικός ιδεασμός, ο οποίος είναι αρκετά συχνός και στις 2 διαταραχές, έχει διαφορετικό αποτέλεσμα στην κάθε μία. Δηλαδή, οι οριακοί κάνουν συχνές απόπειρες αυτοκτονίας αλλά αυτές δεν είναι τόσο συχνά επιτυχείς όσο σε διπολικά άτομα. Συνήθως η απόπειρα αυτοκτονίας για τον οριακό είναι μία κραυγή για βοήθεια. Ο διπολικός, αντιθέτως, θα κάνει απόπειρα αυτοκτονίας (σχεδόν όλες τις φορές αυτό θα γίνει κατά την περίοδο της κατάθλιψης, χωρίς όμως να σημαίνει αυτό πως δεν υπάρχουν σχετικές σκέψεις και σε άλλες περιόδους) πιο συνειδητά, με μεγαλύτερο προγραμματισμό και θα καταβάλει κάθε πιθανή προσπάθεια ώστε η προσπάθειά του να πετύχει. Σε αντίθεση με τους οριακούς, οι οποίοι συνήθως καταφεύγουν σε υπερβολική δόση χαπιών, οι διπολικοί συνήθως καταφεύγουν σε πιο δραστικές και 'σίγουρες' απόπειρες, όπως σύγκρουση με τρένα ή άλμα από εξαιρετικά ψηλά κτίρια.
Σε πιο πρακτικό, θεραπευτικό επίπεδο, οι διαφορές είναι πως η διπολική διαταραχή συχνά συνοδεύεται από ψυχωσικά επεισόδια και παρανοειδή ιδεασμό, κάτι που στους οριακούς σπάνια υπάρχει. Συνέπεια αυτού, η διπολική διαταραχή αντιμετωπίζεται με ένα συνδυασμό φαρμακευτικής αγωγής (συνήθως λίθιο) και ψυχοθεραπείας, ενώ στην πλεοψηφία των οριακών περιπτώσεων, η μόνη αντιμετώπιση είναι η ψυχοθεραπεία, η οποία μάλιστα συχνά δε φέρνει το επιθυμητό αποτέλεσμα ή απαιτεί πολλά χρόνια μέχρι να υπάρξει κάποια ουσιαστική αλλαγή.
Ελληνική οικογένεια: το παραμύθι
2014-11-02 13:43Ακούω πολύ συχνά πόσο καλύτερα είμαστε στην Ελλάδα γιατί διατηρούμε ακόμα τις παραδόσεις μας και την οικογενειοκρατία και ότι αυτός είναι και ο λόγος που οι Έλληνες έφηβοι, σε αντίθεση με τους εφήβους άλλων χωρών, δεν πέφτουν στο σεξ και στα ναρκωτικά από τα 12. Εξ'ίσου συχνά, κάνω δύο σκέψεις. Η πρώτη είναι πως μάλλον εγώ ζω σε άλλη χώρα, γιατί καθημερινά παρατηρώ τους εφήβους να καπνίζουν και να κάνουν σεξ και να πίνουν και να βγαίνουν ως τα χαράματα. Η δεύτερη είναι πως καλό θα ήταν για όλους μας να βγούμε από αυτό το ανακουφιστικό μεν, ανακριβές δε παραμύθι περί της αξίας των παραδόσεων και της οικογένεις στην Ελλάδα. Όχι, δεν έννοω πως δεν τα χρειαζόμαστε όλα αυτά. Εννοώ πως ζούμε σε διαφορετική εποχή πλέον, δυστυχώς όμως με ακριβώς την ίδια νοοτροπία που είχαμε κάποτε. Θα σας εξηγήσω γιατί.
Οι ιστορίες που ακούμε όλοι από τις γιαγιάδες και τους παππούδες μας (εγώ είμαι γεννημένη το 1982 οπότε μιλάω για ιστορίες ανθρώπων γεννημένων στις αρχές του 1900) έχουν παρεμφερή στοιχεία. Η γυναίκα πάνω-κάτω ήταν σύζυγος, μητέρα και νοικοκυρά και ο άντρας αρχηγός του σπιτιού και κουβαλητής. Λίγη σημασία είχε η ικανοποίηση της γυναίκας, σε οποιοδήποτε επίπεδο, και λίγες φορές ο άντρας θα παραπονιόταν ότι τον πόνεσε η μέση του από το κουβάλημα. Τα παιδιά καλούνταν να είναι σωστά και ηθικά, να βοηθάνε στο σπίτι, να είναι άριστοι μαθητές. Δε θα εξετάσω κατά πόσον αυτά τα δυναμικά ήταν υγιή, κατά πόσον επέτρεπαν στον καθένα να διαθέτει παιδικότητα ή ανθρώπινη φύση ή ανθρώπινους πόνους. Δεν έχει σημασία: έτσι είχε αποφασιστεί ότι πρέπει να λειτουργούν οι οικογένειες και οι κοινωνίες. Και σε ένα πρακτικό επιπέδο, λειτουργούσε αυτό το σύστημα. Μόνο σε ένα πρακτικό επίπεδο όμως.
Καθώς προχωρούσαν τα χρόνια, οι καταστάσεις άλλαζαν. Οι γυναίκες τώρα σπούδαζαν, άρχισαν να δουλέυουν, μερικές φορές είχαν την οικονομική δυνατότητα να συνεισφέρουν και στο σπίτι (η αρχική σκέψη ήταν πως η γυναίκα θα εργαζόταν για να καλύπτει τα προσωπικά της έξοδα μόνο). Και το λογικό επακόλουθο αυτού θα έπρεπε να είναι πως η κατάσταση θα ήταν πιο ευχάριστη...Τα πράγματα όμως, αντί να καλυτερεύουν, χειροτερεύαν. Στις αρχές του 21ου αιώνα, τα διαζύγια είχαν φτάσει στο 40%. Οι γυναίκες τώρα είχαν μόνιμα παράπονα, πως οι άντρες του δε βοηθάνε με το σπίτι, δε βοηθάνε με το παιδί, ενίοτε δε πως μόνο εκείνες έφερναν χρήματα στο σπίτι. Οι άντρες είχαν κι εκείνοι παράπονα πως είχαν αλλάξει τα πράγματα, πως οι πατεράδες τους δε χρειαζόταν να φοράνε ποδιές και οι μανάδες τους μαγείρευαν κάθε μέρα. Και τα παιδιά παρακολουθούσαν όλες αυτές τις διενέξεις και βρίσκονταν εν μέσω ενός μεγάλου διλλήματος: ο γάμος δε φαινόταν ιδιαίτερα ελκυστική πρόταση με βάση όσα έβλεπαν στα σπίτια τους, μα από την άλλη οι γονείς τους έλεγαν πως κάποτε έπρεπε να παντρευτούν, η εκκλησία έλεγε πως κάποτε έπρεπε να παντρευτούν, η κοινωνία έλεγε πως κάποτε έπρεπε να παντρευτούν, οι φίλοι και οι φίλες που ίσως δεν το ανέλυαν τόσο πολύ είχαν ήδη παντρευτεί!! Έτσι δημιουργήθηκε η προβληματισμένη (δε θέλω να πω προβληματική) γενιά των παιδιών (πλέον παντρεμένων, στην πλεοψηφία τους, ενηλίκων) του 1970-1980.
Τα παιδιά αυτά γεννήθηκαν στο μεταίχμιο μίας ανάπτυξης που ποτέ δε θα ολοκληρωνόταν. Παρατηρούσαν καθημερινά πατεράδες να ευνουχίζονται στο βωμό του βίαιου φεμινισμού που ξέσπασε μετά από χρόνια γυναικείας καταπίεσης, μητέρες νάρκισσους να παίρνουν το αίμα των μητέρων τους πίσω με το να απαιτούν (βοήθεια, τελειότητα) και να παρακρατούν (τρυφερότητα, σεξουαλικές επαφές), τα παιδιά αναλάμβαναν την εξιλέωση και τη δικαίωση των γονιών στις δικές τους σχέσεις και ο κύκλος συνεχιζόταν. Σπάνια σταματήσαμε για να αντιληφθούμε τι ακριβώς είναι αυτό για το οποίο παλεύουμε. Οι λέξεις ισότητα, δικαιώματα, υποχρεώσεις, σεβασμός ηχούν δυνατά στα αυτιά μου αλλά δεν είναι αυτό το τέλος της ιστορίας. Αν ήταν, οι αλλαγές θα είχαν γίνει, θα δούλευαν όλοι για να φέρνουν χρήματα στο σπίτι, θα μαγείρευαν όλοι, θα άλλαζαν όλοι πάνες και όλοι θα ήταν χαρούμενοι. Η ιστορία δεν έληξε ποτέ γιατι κανένας δεν είναι ικανοποιημένος από τις αλλαγές. Οι άντρες δε θέλουν να ξεσκονίζουν, οι γυναίκες δε θέλουν να πληρώνουν για τις οικογενειακές διακοπές, τα παιδιά δε θέλουν να βρίσκονται μπερδεμένα σε ένα πόλεμο των φύλων, ο οποίος πλέον ζητάει να πληρωθεί με την υποτίμηση του ενός από τον άλλο. Και η παθολογική και καταπιεστική ενθάρρυνση των νέων ανθρώπων να παντρεύονται και να κάνουν οικογένειες έχει το σημερινό αποτέλεσμα: 1 στους 2 γάμους καταλήγουν σε διαζύγιο.
Οι παραδόσεις πρέπει να συμβαδίζουν με τα γεγόνοτα και τις πραγματικές καταστάσεις της εποχής. Η Ελληνική οικογένεια βρίσκεται εδώ και χρόνια σε μία επικίνδυνη έλλειψη ισσοριπίας. Ξέρουμε που θέλαμε να πάμε αλλά δεν ξέρουμε το δρόμο για να φτάσουμε εκεί και ακόμα, 30 χρόνια αργότερα, κάνουμε κύκλους. Κύκλους που αν εμείς επιλέγουμε να τους κάνουμε για να αναφωνήσουμε στο τέλος της διαδρομής ότι νικήσαμε, δεν είναι όμως υποχρεωτικό και οι επόμενες γενιές να τους υπομένουν, στο όνομα δήθεν της τέλειας οικογένειας.
Εγώ Νάρκισσος;
2014-10-23 16:43Ο ναρκισσισμός ανήκει στις διαταραχές προσωπικότητας και φέρει 9 διαγνωστικά κριτήρια. Αν και αυτά είναι εξαιρετικά σημαντικά για τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας, σήμερα θα κοιτάξουμε το ναρκισσισμό έτσι όπως μπορεί να τον βιώνει κάποιος που βρίσκεται στον κύκλο επιρροής του ναρκισσιστή και θα δούμε πώς - ή αν - αντιμετωπίζεται.
Τα κύρια χαρακτηριστικά των ναρκισσιστών είναι μία αίσθηση ανωτερότητας και ένας εγωκεντρισμός που είναι έκδηλος σε όσους περνάνε αρκετό χρόνο μαζί του. Αυτό που διαφοροποιεί το ναρκισσιστή από κάποιον που πάσχει από κάποια άλλη διαταραχή (πχ. οριακή) είναι ότι συνήθως δε θα αρνηθεί την ύπαρξη της διαταραχής του. Αντιθέτως, θα είναι περήφανος για αυτή και θα την εκλογικεύει με φράσεις όπως 'Δεν είμαι ναρκισσιστής, είμαι όντως πιο έξυπνος από τους άλλους'. Η αληθειά βέβαια είναι ότι πολύ συχνά ναρκισσιστές βρίσκονται πράγματι σε διευθυντικούς ή άλλους ηγετικούς ρόλους και υπάρχει εδώ το ερώτημα της κότας και του αυγού, δηλαδή ο ναρκισσισμός κάνει κάποιον ηγέτη ή η ηγεσία τον κάνει ναρκισσιστή; Η απάντηση δεν έχει βρεθεί ακόμα καθότι οι ρίζες του ναρκισσισμού δεν έχουν ερευνηθεί επαρκώς. Πάντως αρκετοί ψυχολόγοι συμφωνούν πως και αυτή η διαταραχή έχει τις ρίζες της στην παιδική ηλικία και πιθανολογούν πως έχει να κάνει με την έλλειψη σταθερών ορίων από τους γονείς και όσους εμπλέκονται στο μεγάλωμα του παιδιού, καθώς και με τη συνεχή, υπερβολική και χωρίς λόγο επιβράβευση.
Επιστρέφοντας στους τρόπους με τους οποίους μπορείτε να αναγνωρίσετε ένα ναρκισσιστική, αυτοί είναι αρκετά απλοί. Ο ναρκισσιστής θα είναι ο γοητευτικός άνθρωπος που βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής και μιλάει αδιάκοπα για τα (μεγεθυμένα) επιτεύγματά του, χωρίς να δίνει σε κανέναν άλλο την ευκαιρία να μιλήσει. Είναι επίσης ιδιαίτερα εύθικτοι και αυτό σημαίνει πως αν σκέφτεστε να τους επικρίνετε για κάποιο λάθος στη γραμματική τους ή να τους ενημερώσετε ότι δεν πιστεύετε πως ένας Μεγάλος Λευκός καρχαρίας έφαγε από το χέρι τους πέρσι το καλοκαίρι, καλό θα ήταν να είστε προετοιμασμένοι να τους χάσετε από τη ζωή σας (για ένα εύλογο χρονικό διάστημα τουλάχιστον). Έτσι κι αλλιώς, το γεγονός ότι οι ναρκισσιστές είναι εξαιρετικά γοητευτικοί, ενδιαφέροντες και γνωρίζουν τους τρόπους για να κάνουν τον κόσμο να τους αγαπάει σημαίνει πως συνήθως δεν τους λείπουν οι κοινωνικές επαφές. Παρ'όλα αυτά, κατά γενική παραδοχή, ο ναρκισσισμός αποτελεί ένα μηχανισμό άμυνας στα φοβερά επώδυνα αίσθηματα ανασφάλειας και χαμηλής αυτοεικόνας που διαθέτουν και άρα οι κοινωνικές επαφές, τα ακριβά αυτοκίνητα και οι υψηλόμισθες θέσεις είναι συνήθως απλώς μία πανοπλία προστασίας και ένα παραβάν ανάμεσα σε αυτούς και τον κόσμο που δεν εμπιστεύονται.
Οι ναρκισσιστές σχεδόν ποτέ δε θα αναζητήσουν βοήθεια οποιασδήποτε μορφής. Σπάνια πάνε σε κάποιο ψυχοθεραπευτή και αν το κάνουν θα είναι για κάποιο άλλο ζήτημα που τους βασανίζει καθώς ο ίδιος ο ναρκισσισμός είναι εγωσυντονικός, άρα δεν τον εκλαμβάνουν ως πρόβλημα (και εν πάσει περιπτώσει, σίγουρα όχι δικό τους). Αυτό σημαίνει πως σπάνια θεραπεύονται. Η μεγαλύτερη λοιπόν πιθανότητα είναι πως αν έχετε ένα ναρκισσιστή στο περιβάλλον σας και αν σας ενοχλεί για κάποιο λόγο η μεγαλομανία του (το λόγο αυτό καλό θα ήταν να τον ψάξετε οι ίδιοι καθώς, όπως λέει και ο Jung, ό,τι μας ενοχλεί στους άλλους μας λέει κάτι για τον εαυτό μας) έχετε 2 επιλογές: η πρώτη είναι να αγνοήσετε τον εκνευρισμό σας και να συνεχίσετε να του επιτρέπετε να σας μιλάει για το πόσο τον αγαπάνε όλοι και πόσες φορές έχει ανέβει το Έβερεστ. Η δεύτερη είναι να του μιλήσετε για αυτό που βιώνετε. Αλλά σε αυτή την περίπτωση, να γνωρίζετε πως η σχέση σας θα υποστεί ανεπανόρθωτη ρήξη - είτε αυτό μεταφράζεται σε μία απόλυση είτε σε μία αδελφική διαμάχη είτε σε ένα διαλυμένο γάμο. Ο ναρκισσιστής ποτέ δεν ανέχεται υποδείξεις και σπάνια θα ανεχτεί την έκφραση μίας άποψης που διαφέρει από τη δική του.
Διατροφικές διαταραχές
2014-10-07 19:12Ο ρόλος που παίζει η τροφή στην ψυχολογία μας είναι τεράστιος και αυτός είναι και ο
λόγος που θα έπρεπε να υπάρχει πάντα μία στενή συνεργασία μεταξύ ψυχολόγων και διατροφολόγων.
Σήμερα θα γράψω για 2 διατροφικές διαταραχές που συχνά απειλούν την υγεία,
ακόμα και τη ζωή των παθόντων- τη νευρική ανορεξία και τη βουλιμία. Η αντίληψη
σε ό,τι αφορά σε αυτές τις διαταραχές είναι αρκετά περιορισμένη καθώς όσοι
υποφέρουν από αυτές τις διαταραχές συχνά το κρύβουν επιτυχώς για αρκετούς μήνες
ή και χρόνια, ενώ αρκετές φορές ο περίγυρος τους επιλέγει να εθελοτυφλεί
σχετικά με τη σοβαρότητα της κατάστασης ή των πιθανών συνεπειών. Συγκεκριμένα,
η ανορεξία πολύ συχνά οδηγεί στο θάνατο καθώς η πεποίθηση του ανορεκτικού
ατόμου ότι είναι ιδιαίτερα υπέρβαρο εξακολουθεί να υπάρχει έντονα ακόμα και
όταν το άτομο έχει πέσει στο κατώτερο δυνατό βάρος που επιτρέπει την επιβίωση
του. Η βουλιμία είναι μία διαταραχή με εξίσου σοβαρές συνέπειες οι οποίες όμως
δεν οδηγούν τόσο συχνά στο θάνατο.
Θα ξεκινήσουμε με την ανορεξία, η οποία συνήθως ξεκινάει στις προεφηβικές ηλικίες,
δηλαδή μεταξύ 9 και 12 ετών, και συναντάται πιο συχνά σε κορίτσια παρά σε
αγόρια. Συχνά οι άνθρωποι αυτοί έχουν υποστεί σεξουαλική, σωματική ή
συναισθηματική κακοποίηση από το οικογενειακό τους περιβάλλον ή έχουν βιώσει
πολύ τραυματικά το διαζύγιο των γονιών τους και είναι ακριβώς το αίσθημα της
έλλειψης ελέγχου που δημιουργούν αυτές οι καταστάσεις που προσπαθούν να
απαλύνουν μέσω των ελεγκτικών τάσεων της ανορεξίας. Ελεγκτικές τις αποκαλώ
επειδή εμπεριέχουν σε ένα τεράστιο βαθμό εμμονικές διαδικασιές, όπως το κόψιμο
του φαγητού σε πολύ μικρά κομμάτια ή το πολύωρο μάσημα του φαγητού. Οι
ανορεκτικοί άνθρωποι μαθαίνουν να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί με την εμφάνιση
τους όταν φτάνουν σε επικίδυνα επίπεδα βάρους ώστε να μην κινούν υποψίες - έτσι,
για παράδειγμα, σπάνια φοράνε στενά ή κοντά ρούχα που θα μπορούσαν να
αποκαλύψουν τη σοβαρότητα της κατάστασης τους, χρησιμοποιούν μακιγιάζ ώστε να
καλύπτουν τα σημάδια της κούρασης του προσώπου τους και συχνά φοράνε καπέλα ή
ρούχα με κουκούλες ώστε να κρύψουν το ότι χάνουν τα μαλλιά τους λόγω της έλλειψης
βιταμινών στη διατροφή τους. Οι αντιλήψεις τους περί υγιούς σωματικού βάρους
είναι απόλυτες και εγωσυντονικές (τις θεωρούν δηλαδή φυσιολογικές σε προσωπικό
επίπεδο), έτσι δε θα βοηθήσει αν, για παράδειγμα, προσπαθήσετε να ζυγιστείτε
μαζί τους για να τους αποδείξετε ότι είναι λιποβαρείς, καθώς θα το
δικαιολογήσουν λέγοντας ότι έχετε πιο βαρύ σκελετό, ότι είστε πιο ψηλοί ή ότι
φοράτε πιο βαριά ρούχα. Η λογική είναι κάτι που δε χωράει στην ανορεξία και
έτσι επικρατεί μία κουλτούρα αλληλοβοήθειας και αλληλοϋποστήριξης, η οποία
είναι ιδιαίτερα χρήσιμη όταν ο ανορεκτικός φαίνεται να χάνει τις αντοχές ή τις
εκλογικεύσεις του. Υπάρχει πληθώρα υποστηρικτών ιστοσελίδων, οι οποίες
αναφέρουν διάφορα τρικ για να περάσει απαρατήρητη η ανορεξία τους, όπως το να
μασάνε πολλές φορές την κάθε μπουκιά ώστε να δίνουν την αίσθηση πως τρώνε και
το να προσπαθούν να βρίσκουν δικαιολογίες ώστε να τρώνε μόνοι, πχ στ
υπνοδωμάτιο τους, λέγοντας ότι έχουν διάβασμα ή κάποια άλλη υποχρέωση. Υπάρχουν
επίσης συμβουλές οι οποίες βοηθάνε τον ανορεκτικό να διατηρήσει την απέχθεια
του για το φαγητό, όπως το να ακούνε πόσο αηδιαστικός είναι ο ήχος που κάνουν
οι άλλοι όταν μασάνε ή να βλέπουν φωτογραφίες από τα αγαπημένα τους μοντέλα για
να θυμηθούν το σκοπό τους.
Οι γονείς θα πρέπει να προσέξουν ιδιαίτερα αν το παιδί τους ξαφνικά και απότομα χάσει
κάποια κιλά και αμέσως μετά αρχίσει να ντύνεται διαφορετικά φορώντας φαρδιά
ρούχα, όπως επίσης αν ξεκινήσει να επινοεί δικαιολογίες για να αποφεύγει να
βρίσκεται στο σπίτι ή μαζί με άλλους την ώρα του φαγητού. Χαρακτηριστικό επίσης
ότι πολύ πιθανόν θα συνδυάσει τη νέα του διατροφή με ένα εξουθενωτικό πρόγραμμα
εκγύμνασης αλλά και το ότι μπορεί να αρχίσει να αναφέρεται εμμονικά σε
καλλιτέχνες ή μοντέλα που είναι πολύ αδύνατα. Η υπερβολική ποσότητα νερού είναι
επίσης ένα σημάδι (ειδικά για κάποιον που παλιότερα δεν έπινε πολύ νερό), καθώς
τα υγρά βοηθάνε στο φούσκωμα του στομαχιού ώστε να δημιουργείται μία αίσθηση
κορεσμού χωρίς τροφή.
Η δεύτερη διαταραχή είναι η βουλιμία, η οποία χαρακτηρίζεται από επεισόδια έντονης και
ανεξέλεγκτης υπερφαγίας τα οποία ακολουθούνται από στοματική αποβολή με τη
βοήθεια του δαχτύλου ή εντερική αποβολή με τη χρήση καθαρτικών Η βουλιμία είναι
μία εξ'ίσου ελεγκτική διαταραχή, αν και όχι τόσο λόγω της ιεροτελεστίας που
περιέχει η ανορεξία αλλά επειδή δίνει στον παθώντα το αίσθημα ότι ελέγχει, αν
μη τι άλλο, το σώμα του και την πρόσληψη και αποβολή τροφής. Ως εκ τούτου,
επίσης συχνά είναι συνέπεια τραυματικών καταστάσεων στη ζωή ενός παιδιού ή ενός
νέου ενήλικα. Σε αυτό το σημείο πρέπει φυσικά να σημειώσω ότι δεν είναι
δεδομένο πως ένα διαζύγιο θα έχει το ίδιο αποτέλεσμα σε κάθε παιδί - αρχικά
αναφέρομαι σε τραυματικά διαζύγια, οπού το παιδί δηλαδή βιώνει άσχημές καταστάσεις
όπως φωνές ή σωματική βία και δεύτερον πρέπει να προϋπάρχουν στο ίδιο το παιδί
κάποια στοιχεία, όπως είναι το να επηρεάζεται εύκολα και έντονα ή το να
επιδεικνύει ελεγκτικές τάσεις.
Επιστρέφοντας
στη βουλιμία, τα σημάδια που πρέπει να προσέξουν οι γονείς είναι παρεμφερή με
αυτά της ανορεξίας, δηλαδή και πάλι το παιδί θα κρύβεται για να φάει και θα
χρειάζεται ησυχία και απομόνωση ώστε να αποβάλλει την τροφή. Συχνά οι γονείς
βουλιμικών ατόμων λένε πως βρίσκουν κρυμμένα ή καλυμμένα στα σκουπίδια ή σε
άλλα μέρη διάφορα καλύμματα από σοκολάτες ή πατατάκια και όταν ρωτάνε για αυτά
αντιμετωπίζονται με έντονο θυμό, κάτι που είναι χαρακτηριστικό όλων των διατροφικών
διαταραχών. Επίσης, στην περίπτωση της βουλιμίας συχνά χαλάνε τα δόντια του
βουλιμικού, λόγω των στομαχικών οξέων που αποβάλλονται στοματικά σε καθημερινή
βάση. Μπορούν επίσης να παρατηρηθούν στομαχικά και εντερικά προβλήματα λόγω της
συνεχούς πίεσης που ασκούν στο στομάχι τους (συνεχές και υπερβολικό γέμισμα και
άδειασμα) και λόγω της συχνής χρήσης καθαρτικών. Ευτυχώς λόγω του ότι οι
βουλιμικοί τρώνε μεγάλες ποσότητες, κάποιες βιταμίνες και ιχνοστοιχεία
παραμένουν στον οργανισμό και έτσι η οργανική κατάρρευση δεν είναι ούτε τόσο
γρήγορη ούτε τόσο ολέθρια όσο είναι στην ανορεξία.
Αν διαβάζοντας τα παραπάνω αναγνωρίζετε κάποιο σύμπτωμα, είτε στον εαυτό σας είτε σε κάποιο μέλος της οικογένειας ή φίλο, μην καθυστερήσετε να μιλήσετε με κάποιο ειδικό
καθώς η επαναφορά της υγείας και του σωματικού βάρους δυσκολεύει επικίνδυνα όσο περνάει ο καιρός.
Τα πολλά πρόσωπα της εξάρτησης
2014-09-26 20:42Η εξαρτητική συμπεριφορά τις περισσότερες φορές διαφαίνεται σε πολλούς τομείς της ζωής ενός ανθρώπου. Ένας άνθρωπος που είναι εξαρτημένος από το τσιγάρο, το φαγητό και το αλκοόλ, κατά πάσα πιθανότητα θα δημιουργεί και εξαρτητικές σχέσεις. Τί σημαίνει όμως εξάρτηση με ψυχολογικούς όρους;
Η εξάρτηση στην ψυχολογία δεν αναφέρεται μόνο στη σωματική εξάρτηση που μας προκαλεί η λήψη ενός ναρκωτικού και η απορρόφησή του σε συχνή βάση από τον οργανισμό μας. Αν αυτός ήταν ο μοναδικός παράγοντας που παίζει ρόλο στον εθισμό, τότε η απεξάρτηση θα είχε μεγαλύτερα ποσοστά επιτυχίας. Η εξάρτηση συχνά είναι ψυχολογική, υπό την έννοια ότι χρησιμοποιούμε συγκεκριμένες κινήσεις, γεύσεις, φαντασιώσεις για να γεμίσουμε κάποιο κενό που νιώθουμε. Για παράδειγμα, κάποιος που υποφέρει από στοματική καθήλωση, μπορεί να γεμίζει το κενό του με το να τρώει, ενώ κάποιος που συχνά νιώθει άγχος ή νευρικότητα σαν αποτέλεσμα της μειωμένης του αυτοπεποίθησης μπορεί να εκφράζει το άγχος του σωματοποιημένα με το να δαγκώνει τα νύχια του ή να καπνίζει.
Πέρα από το πώς μας 'ικανοποιεί' σε σωματικό και σε ψυχολογικό επίπεδο η εκάστοτε εξάρτησή μας - καθώς όπως είπα κάποιος που είναι επιρρεπής στον εθισμό, συνήθως είναι επιρρεπής σε κάθε εθισμό - υπάρχει και ο παράγοντας της αυτοτιμωρίας. Για παράδειγμα, κάποιος που δεν έχει νιώσει αγαπητός στη ζωή του ή που έχει μεγαλώσει με υπερβολική πειθαρχία ή συχνές τιμωρίες, πολύ πιθανόν να αρχίσει το κάπνισμα ή τα ναρκωτικά σε μία προσπάθεια να επαναστατήσει αλλά και να κάνει κακό στον εαυτό του. Στην ίδια κατηγορία εμπίπτουν επίσης το περιστασιακό σεξ χωρίς προφυλάξεις και η αλόγιστη και συνεχής σπατάλη χρημάτων, χαρακτηριστικά των ανθρώπων με οριακή προσωπικότητα για την οποία θα μιλήσω σε προσεχές άρθρο.
Οι εξαρτητικοί άνθρωποι δε σταματούν στα υλικά όμως: η εξάρτησή τους στοχεύει και στις σχέσεις τους. Τα βήματα και τα χαρακτηριστικά αυτών των σχέσεων είναι σχεδόν πάντα τα ίδια, δηλαδή γρήγορο σοβαρό ενδιαφέρον για κάποιον/κάποια που δε γνωρίζουμε ουσιαστικά, ανάγκη για συνεχή συνύπαρξη με αυτό το άτομο (κατ'ακρίβειαν συνήθως αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται συνεχή παρέα σε κάθε φάση της ζωής τους καθώς έχουν ανάγκη κάποια ανθρώπινη παρουσία), παράλογη ζήλεια, συνεχείς ερωτήσεις σχετικά με τη ζωή και το πρόγραμμα του συντρόφου τους οι οποίες έχουν σα σκοπό να νιώσουν μία ψευδή αίσθηση ελέγχου και ασφάλειας (ένα δείγμα του ότι οι ερωτήσεις είναι ενδεικτικές μίας εξαρτητικής συμπεριφοράς είναι πως συχνά οι άνθρωποι αυτοί αδυνατούν να θυμηθούν την απάντηση, σε αντίθεση με κάποιον που ρωτάει από πραγματικό ενδιαφέρον). Χαρακτηριστικό επίσης είναι το γεγονός πως διατηρούν μία συνεχή επαφή και επικοινωνία με φίλους, οικογένεια και σχέσεις μέχρι να βρεθεί κάτι καινούργιο στη ζωή τους που θα τους απορροφήσει εξ'ίσου εθιστικά και τότε θα σταματήσουν κάθε επαφή μέχρι νεοτέρας.
Ο εθισμός είναι ένα ιδιαίτερα ύπουλο πρόβλημα καθώς συχνά προκαλεί στο 'χρήστη' μία ανεξέλεγκτη ανάγκη για να πάρει το ναρκωτικό που χρειάζεται και αυτό συνήθως έχει σαν αποτέλεσμα να λέει ψέμματα στους κοντινούς του ανθρώπους ώστε να μην επέμβουν με κάποια πρόταση ή κάποιο εκβιασμό για απεξάρτηση. Με έναν παρεμφερή τρόπο λειτουργεί και η εξαρτητική σχέση, μέσα στην οποία υπάρχουν πληθώρα ανειλικρίνειας, εκλογικεύσεων και δικαιολογιών. Αυτά τα χαρακτηριστικά καθιστούν τον εθισμό εξαιρετικά δύσκολο στην αντιμετώπισή του, καθώς οι ίδιοι σπάνια παραδέχονται το πρόβλημα ενώ οι γυρώ τους σπάνια γνωρίζουν λεπτομέρειες. Η οργανωμένη απεξάρτηση από ναρκωτικές ουσίες και η ψυχοθεραπεία για εθισμούς στο τζόγο, στο σεξ, στους ανθρώπους κτλ μπορούν να φέρουν μόνιμα αποτελέσματα, αρκεί να υπάρξει πρώτα παραδοχή του προβλήματος και θέληση για να ξεπεραστεί.
Θέλω να αλλάξω και το θέλω τώρα!
2014-09-20 17:44Πολλές φορές στο γραφείο μου ακούω τα παρακάτω λόγια:
"Έχω κουραστεί τόσο με τις επιλογές μου, θέλω να αλλάξω τον τρόπο που σκέφτομαι. Σε πόσο καιρό θα είμαι έτοιμος/έτοιμη;"
Ενώ μπορώ να καταλάβω την ανάγκη ενός ανθρώπου που νιώθει ψυχική κούραση να νιώσει καλύτερα για τις επιλογές και τις σκέψεις του, δυστυχώς είναι μία ερώτηση που ποτέ δε μπορώ να απαντήσω. Πέραν του ότι εξαρτάται από πολλούς παράγοντες (όπως η ετοιμότητα του ατόμου να κάνει αλλαγές, οι μηχανισμοί άμυνας που θα χρησιμοποιήσει κτλ), η ψυχοθεραπεία, εκτός των άλλων, είναι και η τέχνη του να κάνεις υπομονή. Ό,τι συμβαίνει στη θεραπεία είναι ένας παραλληλισμός της ζωής και έτσι θα έχει δυσκολίες, σκαμπανεβάσματα, καλές και κακές μέρες. Αν δεν υπάρχει η υπομονή για αυτό, η κατάληξη θα είναι απογοήτευση και λήξη της θεραπείας.
Η υπομονή μας φαίνεται να φθίνει όσο περνάνε τα χρόνια. Πλεόν, έχουμε μάθει το φαγητό μας να είναι γρήγορο, οι σχέσεις μας περιστασιακές, η κίνηση θέλουμε να ανοίγει μπροστά μας όπως έκανε η θάλασσα για το Μωυσή, οι ουρές μας θυμώνουν. Παρ'ότι όμως συμβαίνει πιο έντονα τα τελευταία χρόνια, είναι ένα φαινόμενα που πάντα υπήρχε. Τη δεκαετία του 1970, ένας ερευνητής έβαζε παιδιά 4 ως 6 ετών σε ένα δωμάτιο όπου υπήρχε μόνο ένα ζαχαρωτό. Τους ελεγε ότι μπορούσαν να το φάνε άμεσα, αλλά αν δεν το έκαναν θα τους έδινε και ένα δεύτερο ζαχαρωτό σε 15 λεπτά. Μόνο το 1/3 αντιστάθηκε ώστε να πάρει το βραβείο. Όταν χρόνια αργότερα επικοινώνησε ξανά με τα 32 αυτά παιδιά, βρήκε πως τα παιδιά που είχαν επιδείξει υπομονή είχαν βγάλει καλύτερους βαθμούς και είχαν περισσότερες επιτυχίες από τα άλλα παιδιά. Ένα αντίστοιχο πείραμα το 2010 ανακάλυψε πως τα παιδιά που ήταν πιο υπομονετικά έβγαζαν πιο υψηλές βαθμολογίες στις εθνικές εξετάσεις για εισαγωγή σε πανεπιστήμια.
Τι συμβαίνει λοιπόν με την υπομονή και γιατί φαίνεται να έχει τόση σημασία η χρήση της στη ζωή μας; Πολύ απλά, οι άνθρωποι που θέλουν άμεση ικανοποίηση, δε θα σχοληθούν να σκεφτούν τις πιθανές συνέπειες των πράξεων τους αλλά ούτε και θα επιμείνουν ώσπου να πετύχουν το σκοπό τους. Για παράδειγμα, κάποιος που έχει μάθει να ικανοποιεί τις απαιτήσεις του άμεσα και με ελάχιστη προσπάθεια έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να πέσει θύμα μίας απάτης με πιστωτικές κάρτες (άμεση ανταμοιβή αν πετύχει) παρά να ψάξει να βρει εργασία (πιο σίγουρο αποτέλεσμα αλλά μπορεί να αργήσει). Σε ένα άλλο παράδειγμα, κάποιος που θέλει άμεσα να ικανοποιήσει την πείνα του, θα σταματήσει στο πρώτο σουβλατζίδικο που θα δει. Αν αυτό συμβαίνει συστηματικά, πιθανόν να επιβαρύνει την υγεία και το βάρος του. Τα παραδείγματα είναι αμέτρητα. Ποιοί όμως είναι οι λόγοι;
Κάποιοι επιστήμονες λένε πως είναι βιολογικό και πως έχει να κάνει με το μπρόσθιο λοβό του εγκεφάλου μας, ο οποίος στους ανυπόμονους ανθρώπους δεν είναι τόσο ανεπτυγμένος όσο στους υπομονετικούς. Σύμφωνα με το Freud έχει να κάνει με το πόσο επιτυχώς περνάμε ως παιδιά τα ψυχοσεξουαλικά στάδια. Δηλαδή, ένα παιδί που περνάει το πρωκτικό στάδιο πολύ χαλαρά, με ελάχιστη πειθαρχία και συνεχή επιβράβευση, πιθανόν μεγαλώνοντας να έχει μάθει πως μπορεί να κάνει και να έχει ό,τι θέλει τη στιγμή που το θέλει. Αντιθέτως, ένα παιδί που εκπαιδεύεται με υπερβολική πειθαρχία, με τιμωρία και κριτική, θα μάθει να κάνει υπομονή, φτάνοντας ίσως και στο άκρο της ανηδονίας (δηλαδή να μη μπορεί να ευχαριστηθεί με ο,τιδήποτε). Ένα παιδί που δεν είχε μία σταθερή προσέγγιση, είτε γιατί οι 2 γονείς είχαν διαφορετικές αντιλήψεις είτε γιατί ο καθένας δε διέθετε την απαραίτητη σταθερότητα, μπορεί να φτάσει ακόμα και σε επίπεδα μανιοκατάθλιψης, δηλαδή να αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στο να μην απολαμβάνει τίποτα και στο να απολαμβάνει τα πάντα. Οι ψυχολόγοι που πιστεύουν στη θεωρία του δεσμού, μας λένε πως για να μάθει το βρέφος πως είναι ασφαλές, τους πρώτους 6 μήνες της ζωής του πρέπει να ανταποκρινόμαστε άμεσα σε κάθε του ανάγκη. Μετά όμως πρέπει να μάθει πως κάποιες φορές θα χρειάζεται να περιμένει λίγο. Αν λοιπόν ένα μωρό δεν το μάθει αυτό έγκαιρα, πιθανόν να γίνει ένας απαιτητικός και ανυπόμονος ενήλικας.
Οι πιθανές εξηγήσεις και οι πιθανές εξελίξεις είναι πολλές και σίγουρα διαφέρουν για τον καθένα μας. Αν όμως υποθέσουμε πως η ψυχοθεραπεία είναι το μέσον για να ανακαλύψουμε και να καταλάβουμε, ίσως και να αλλάξουμε, την ανυπομονησία μας και την ανάγκη μας για άμεση επιβράβευση και άμεσο αποτέλεσμα, ίσως να ήταν θεμιτό να μην ξεκινάμε αυτή τη διαδικασία με την ερώτηση του πότε θα μας φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ας κοιτάξουμε πρώτα ποιό είναι αυτό και γιατί το επιθυμούμε κι ας έρθουν στο χρόνο τους όλα τα υπόλοιπα. Αν δεν υπάρχει η διάθεση για αυτή τη διαδικασία, καλύτερα να μη γίνει καν η αρχή γιατί απλά θα μας απογοητεύσει για ακόμα μία φορά το αποτέλεσμα.
Υ.Γ. Καθώς έγραφα το άρθρο, πήρα κι εγώ ένα μάθημα στην υπομονή όταν ξαφνικά έπαψε να λειτουργεί ο υπολογιστής μου και χρειάστηκε να γράψω πάνω από το μισό ξανά. Δεν είναι εύκολο, δε λέω κάτι τέτοιο. Το αποτέλεσμα όμως σε δικαιώνει.
Πότε χάνονται τα όρια;
2014-09-09 17:47Η λέξη 'όρια' είναι μία λέξη που χρησιμοποιείται συχνά στη ψυχοθεραπεία. Η έννοια της είναι τόσο απλή στη θεωρία όσο είναι δύσκολη στην πράξη. Σε γενικές γραμμές, θεωρούμε πως τα όρια του καθενός τελειώνουν εκεί που αρχίζουν τα όρια του άλλου. Αρκετά απλό, σωστά; Ας υποθέσουμε λοιπόν πως μιλάμε για ένα ζευγάρι (εκεί συνήθως μπλέκονται τα όρια) οπού ο σύζυγος έχει εκφράσει πως δεν ανέχεται κανέναν να τρώει από το φαγητό του και η σύζυγος επιμένει πεισματικά να το κάνει. Πέρα από τους λόγους που την καθοδηγούν σε αυτή την αντίδραση, και που θα δούμε παρακάτω, υπάρχει εδώ μία σχεδόν εμπαικτική και προκλητική άρνηση να συμβιβαστεί με τα όρια που έχει θέσει ο σύζυγος της. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι η ίδια έχει ενημερωθεί έγκαιρα και ξεκάθαρα για τα όρια του συντρόφου της αλλά επιλέγει να συνεχίσει να δοκιμάζει την ανοχή του. Γιατί όμως κάποιος να το κάνει αυτό, και μάλιστα σε έναν άνθρωπο που αγαπάει; Οι πιθανοί λόγοι είναι αρκετοί.
Αφ'ενός, οι συμπεριφορές που 'τεστάρουν' τα όρια είναι συχνές και αναμενόμενες κατά την παιδική ηλικία. Περίπου στην ηλικία των 24 μηνών (μπορεί κατά περίπτωση να συμβεί πιο νωρίς ή πιο αργά) τα παιδιά αρχίζουν να αντιλαμβάνονται συνειδητά πως η κάθε δράση έχει και την ανάλογη αντίδραση (αυτό το έχουν ήδη δοκιμάσει από τον 6ο μήνα και μετά κάθε φορά που πετάνε ένα παιχνίδι και περιμένουν να δουν την αντίδραση του γονέα) αλλά κυρίως αρχίζουν να συνειδητοποιούν πως δεν είναι υποχρεωμένα, αλλά και δεν τους αρέσει, να ακολουθούν τις οδηγίες των γονιών τους. Μαθαίνουν πως μπορούν να κάνουν αυτό που θέλουν και μάλιστα μπορούν να διαλύσουν όλο το σπίτι αν προσπαθήσει κάποιος να τους επιβάλλει συνέπειες για την αναπόδεχτη συμπεριφορά. Σε αυτή τη φάση θα τεθούν οι βάσεις για το πώς το παιδί αυτό θα αντιλαμβάνεται τα όρια ως ενήλικας. Παιδιά τα οποία έχουν βιώσει τα όρια είτε πολύ αυστηρά (αυτό μεταφράζεται σε ξύλο/φωνές/συναισθηματική αποστασιοποίση/δυσανάλογη της ανεπίτρεπτης συμπεριφοράς τιμωρία) είτε πολύ χαλαρά (πολύ συχνή επιβράβευση και ελάχιστη ή καθόλου πειθαρχία) λογικό είναι να μην έχουν αντίληψη και σεβασμό για τα όρια των άλλων. Το ίδιο ισχύει και για παιδιά που έχουν μεγαλώσει σε σπίτια όπου οι γονείς ακολουθούν διαφορετικές διαπαιδαγωγικές μεθόδους, δηλαδή ο ένας μονίμως επιτρέπει, ενώ ο άλλος μονίμως πειθαρχεί. Όπως είναι λοιπόν αναμενόμενο, ένα παιδί που ποτέ δεν έχει μάθει να θέτει και να σέβεται όρια, θα συνεχίσει και σαν ενήλικας να τεστάρει και να αδιαφορεί τα όρια των γύρω του.
Ένας ακόμα λόγος για να μη σέβεται ένας ενήλικας τα όρια (τα δικά του ή των άλλων), και ο οποίος επίσης συνδέεται με τους τρόπους που μαθαίνει ένα παιδί για τα όρια, είναι ότι δεν έχει μάθει τι σημαίνει αγάπη και αποδοχή άνευ όρων. Γονείς οι οποίοι διαφοροποιούν τη συμπεριφορά τους σύμφωνα με τα επιτεύγματα και τις αποτυχίες των παιδιών τους, τους μαθαίνουν πως κανένας δεν τα αγαπάει πραγματικά. Μεγαλώνοντας αυτό μεταφράζεται σε εξαρτητικές συμπεριφορές, των οποίων ένα μεγάλο κομμάτι είναι να δοκιμάζουν τις αντοχές και ανοχές των γύρω τους. Για παράδειγμα, ένας άνθρωπος που θέλει οι άλλοι να τον αγαπάνε για αυτό που είναι (και όχι αποκλειστικά για τις επιτυχίες του όπως έκαναν οι γονείς του) μπορεί υποσυνείδητα να επαναλαμβάνει συμπεριφορές που οι φίλοι ή ο/η σύντροφός του δεν επιθυμούν απλά για να τους υποχρεώσει να του αποδείξουν πως τον αγαπάνε ακόμα και όταν μεθάει/σπάει πράγματα/χάνει λεφτά στο καζίνο. Είναι ένας μηχανισμός που χρειάζεται πολύ ανάλυση και αυτογνωσία για να έρθει στο συνειδητό μας και πολύ συχνά οι άνθρωποι που τον χρησιμοποιούν ταράζονται όταν κάποιος τους προτείνει αυτή την πιθανότητα. Η ταραχή τους συνήθως είναι και αυτή που θα τους οδηγήσει σε μία περαιτέρω ανάλυση και ίσως αποδοχή και αλλαγή.
Όπως βλέπουμε η μη τήρηση των ορίων διέπεται από μία ανυπέρβλητη ανάγκη για αγάπη και αποδοχή, καθώς και από ένα μεγάλωμα το οποίο δεν έθεσε τις βάσεις για να επέλθει μία υγιής τήρηση του προσωπικού 'χώρου' και του 'χώρου' των υπολοίπων. Το ότι συχνά δημιουργεί διενέξεις είναι αναμενόμενο φυσικά, καθώς για έναν άνθρωπο που έχει μάθει από παιδί ή στην πορεία της ζωής του με ψυχοθεραπεία να θέτει και να δέχεται όρια, φαίνεται εντελώς παράλογο να αδυνατεί κάποιος να μην τρώει τις πατάτες του (το ιδιοκτησιακό συναίσθημα και η συναισθηματική 'τσιγγουνιά' που υπάρχει σε αυτό το παράδειγμα θα συζητηθεί κάποια άλλη φορά). Όπως με τα περισότερα θέματα, πρέπει να υπάρξει συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων, κατανόηση και από τις δύο πλευρές και σίγουρα μία θεραπεία ζεύγους θα βοηθήσει να επιλυθούν κάποιες απορίες. Είναι όμως σημαντικό να θυμόμαστε όλοι πως η πλεοψηφία των ανθρώπινων συμπεριφορών αποτελούν μία κραυγή για αγάπη -είτε αυτό γίνεται συνειδητά και με λειτουργικούς τρόπους είτε όχι- και όχι μία εσκεμμένη προσπάθεια να μας σπάσει κάποιος τα όρια και κατά προέκταση τα νεύρα.
"Νόμιζα πως..."
2014-08-23 14:58Το "Νόμιζα πως" είναι ίσως η πιο συχνά χρησιμοποιημένη φράση των παθητικά επιθετικών ανθρώπων. Η χρησιμότητά της είναι πολύπλευρη. Από τη μία μπορείς να κάνεις τα πάντα, όσο επώδυνα και ενοχλητικά κι αν είναι για τον άλλο, χωρίς να αναλάβεις καμία ευθύνη - 'αλλωστε για να 'καταδικαστεί' κάποιος πρέπει να υπάρχει απόδειξη πρόθεσης και όταν χρησιμοποιείς τη λέξη 'Νόμιζα' αποποιείσαι κάθε ευθύνης. Από την άλλη, είναι η τέλεια λέξη για να περιγράψει μία πληθώρα άλλων λόγων και συναισθημάτων που ο παθητικά επιθετικός άνθρωπος δε θα τολμούσε ποτέ να παραδεχτεί ή να εκφράσει άμεσα. Για παράδειγμα, σου έχουν αναθέσει μία εργασία (που δεν ανήκει στη δικαιοδοσία σου) από τη δουλειά (που γενικότερα απεχθάνεσαι). Δέχεσαι με ενθουσιασμό να τη φέρεις σε πέρας (γιατί φυσικά είναι καλύτερο να προσποιηθείς ότι σου αρέσει αυτό που κάνεις και να παραπονεθείς για αυτό αργότερα στις φίλες σου παρά να το συζητήσεις σαν ενήλικας με το αφεντικό σου - τους λόγους θα τους αναλύσουμε αργότερα) και όταν φτάνει η ημερομηνία παράδοσης και σου ζητάνε την εργασία, απαντάς (με γνήσια μπερδεμένο και απολογητικό ύφος) "Συγγνώμη μα ειλικρινά νόμιζα ότι η προθεσμία ήταν την επόμενη εβδομάδα". Σε ένα αισιόδοξο σενάριο το αφεντικό σου είναι διατεθημένο να σου δώσει ακόμα μία ευκαιρία και εσύ αποφασίζεις να πας σε κάποιο ειδικό για να ανακαλύψεις τις ρίζες της συμπεριφοράς σου. Σε ένα όχι τόσο αισιόδοξο σενάριο, σε απολύουν. Με παρεμφερείς τρόπους λειτουργεί η ΠΕ και στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Για παράδειγμα, η γυναίκα σου έχει αποτραβηχτεί σεξουαλικά τον τελευταίο καιρό (η κατ'εξοχίν ΠΕ συμπεριφορά) και ένα μεσημέρι αποφασίζει να ξαπλώσει μία ώρα να κοιμηθεί. Στο διπλανό δωμάτιο κοιμούνται τα παιδιά και ο απογοητευμένος σύζυγος διαβάζει παθητικά επιθετικά την εφημερίδα του. Μισή ώρα αργότερα, τα παιδιά ξυπνάνε και αρχίζουν να παίζουν, να φωνάζουν και γενικότερα να κάνουν ό,τι κάνουν καλύτερα τα παιδιά. Ο σύζυγος μπορεί να γνωρίζει ότι η σύζυγος κοιμάται αλλά δεν επεμβαίνει. 'Οταν λίγη ώρα αργότερα η σύζυγος εμφανίζεται για να να επαναφέρει την τάξη, ο σύζυγος τρέχει να αναλάβει τα παιδιά λέγοντας με ειλικρινή μεταμέλεια "Μα ήσουν εδώ τόση ώρα; Νόμιζα πως είχες πάει για ψώνια! Ασ'τα παιδιά, θα τα αναλάβω εγω!". Αυτό φυσικά δε θα ενθαρρύνει την εξ'ίσου ΠΕ σύζυγο να αναθερμάνει τις σεξουαλικές επαφές στο γάμο της. Νομίζω πιάνουμε το γενικότερο νόημα της ΠΕ, καθώς και πώς μπορεί αυτές οι συμπεριφορές να ξεκινήσουν ένα φαύλο κύκλο ο οποίος, αν δε διακοπεί έγκαιρα, είναι πολύ πιθανόν να δημιουργήσει κακή επικοινωνία και δυσλειτουργικές σχέσεις. Ας δούμε τώρα και τους λόγους πίσω από την ΠΕ.
Ο βασικότερος λόγος είναι, το μαντέψατε: η παιδική ηλικία. Παιδιά τα οποία δεν είχαν την ενθάρρυνση των γονιών τους να εκφράσουν τα συναισθήματα τους (βλ. "Θυμός: το μάυρο πρόβατο των συναισθημάτων") μαθαίνουν πως ο μόνος τρόπος να εκφραστούν είναι 'ύπουλα'. Έτσι, για παράδειγμα, ένα παιδί που είναι θυμωμένο με τους γονείς του όταν εκείνοι του ζητούν να συνεισφέρει πλένοντας τα πιάτα, μπορεί να σπάσει τα μισά. Αυτό δε θα γίνει με εμφανείς ενδείξεις θυμού, παρά θα ακολουθηθεί από ειλικρινή μεταμέλεια και μία από τις συνηθισμένες δικαιολογίες των ΠΕ ανθρώπων: "Πραγματικά δεν το ήθελα, μου έπεσε από το χέρι, αυτό το νέο υγρό πιάτων γλυστράει τρομερά!". Εδώ φυσικά πρέπει να σημειωθεί πως ένα παιδί (αλλά κι ένας ενήλικας αν δεν το έχει ψάξει ποτέ μόνος του ή με τη βοήθεια ενός ψυχολόγου) δε γνωρίζει ακριβώς τί κάνει εκείνη τη στιγμή. Ίσως να αντιλαμβάνεται ότι ενδόμυχα απολαμβάνει τον εκνευρισμό των γονιών του αλλά δε μπορεί να αντιληφθεί ακριβώς το γιατί. Όπως λοιπόν είναι αναμενόμενο, το παιδί αυτό μεγαλώνοντας θα ακολουθεί την ίδια μέθοδο έκφρασης θυμού/απογοήτευσης/θλίψης με τους ανθρώπους που αποτελούν κομμάτι της ζωής του: γονείς, φίλους, συντρόφους, αφεντικά, πελάτες. Αυτή η συνέχιση των παραδόσεων, έχει και ένα δεύτερο μπόνους (αν υποθέσουμε ότι το πρώτο είναι να απολαμβάνεις τον εκνευρισμό που δημιουργείς σε όσους σε απογοητεύουν/θυμώνουν/υποτιμούν κτλ χωρίς καν να χρειάζεται να μιλήσεις για το πρόβλημα και ενώ έχεις πάντα μία έτοιμη δικαιολογία που είναι πέραν πάσης κατηγορίας): βεβαιώνουμε έτσι ότι θα αναπαράγουμε πάντα ότι ήταν δύσκολο και δυσλειτουργικό στην οικογένειά μας και αυτό μας προσφέρει ασφάλεια. Αν λοιπόν αυτό που ήταν δύσκολο στην οικογένειά μας ήταν η έκφραση συναισθημάτων (ήταν όλοι πολύ σκληροί για να πεθάνουν ή η πραγματική υπόσταση του drama queen) τότε με το να εκφραζόμαστε ΠΕ επιβεβαιώνουμε ότι θα δημιουργήσουμε τις βάσεις για μία ακόμα σχέση από την οποία θα λείπει η συναισθηματική ειλικρίνεια. Αυτό το βιώνουμε σαν θετικό γιατι είμαστε ήδη ειδικοί στη διαχείριση του.
Η δυσκολίες του να ζει κάποιος με την ΠΕ είναι πολλές, τόσο για το ίδιο το άτομο όσο και για τους γύρω του. Είναι εξαιρετικά κουραστικό να μη μπορείς ποτέ να πεις "Με ενόχλησε αυτό που έκανες και δε νιώθω αρκετά κοντά σου ώστε να κάνουμε έρωτα αυτή τη στιγμή" ή "Πραγματικά δε νομίζω πως το καθάρισμα της τουαλέτας είναι δουλειά του υπεύθυνου μάρκετινγκ, εσείς τί λέτε;". Είναι όμως εξ'ίσου κουραστικό για τον αποδέκτη αυτής της συμπεριφοράς, αφ'ενός γιατί είναι πολύ δύκολο να καταλάβει κανείς τους λόγους που υποκινούν την ΠΕ και αφ'ετέρου γιατί πολύ συχνά οι ΠΕ άνθρωποι αφήνουν χαώδεις καταστάσεις να επικρατήσουν ώσπου να επιλυθούν από αυτόν που επιθυμούν να τιμωρήσουν - άλλωστε πόσο τιμωρητικό θα ήταν αλήθεια αν έριχνες κάτω ένα μπουκάλι κρασί και ακολούθως καθάριζες το πάτωμα στην εντέλεια;
Κατάθλιψη: καταστροφή ή ευκαιρία;
2014-08-21 16:57Με αφορμή το νέο της αυτοκτονίας ενός πολύ συμπαθούς Αμερικάνου ηθοποιού (ο οποίος μάλιστα πρωταγωνιστούσε ως επί το πλείστον σε κωμωδίες) αλλά και τη συνεχώς αυξανώμενης παρουσίας ανθρώπων που παρουσιάζουν κατάθλιψη ή στοιχεία κατάθλιψης, έκανα μία σκέψη: όπως τα περισσότερα πράγματα στη ζωή, έτσι και η κατάθλιψη αποτελεί μία ευκαιρία για να ακούσουμε λίγο πιο προσεκτικά το σώμα και το μυαλό μας και ίσως επιτέλους να δώσουμε στον εαυτό μας μία ευκαιρία να μάθει, να αναλύσει και τελικά να κερδίσει στον αγώνα της αυτογνωσίας. Τα πάντα εξαρτώνται από το πώς θα επιλέξουμε να βιώσουμε την κατάθλιψη.
Πριν μπω σε μία ανάλυση του γιατί πιστεύω πως η κατάθλιψη μπορεί να αποτελεί μία ευκαιρία, ας κοιτάξουμε τα πιο συχνά συμπτώματα που συνδέονται με την κατάθλιψη, ωστέ να μη συγχέουμε την κλινική κατάθλιψη με μία βαριά θλίψη ή απογοήτευση. Τα συμπτώματα αυτά είναι: υπερβολικός ύπνος ή αυπνίες, αλλαγές στην ορεξή μας (τρώμε υπερβολικά ή ελάχιστα), ανικανότητα να συγκεντρωθούμε ακόμα και σε πράγματα που κάποτε κάναμε με ευκολία, αισθήματα έντονης απογοήτευσης ή απόγνωσης, υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ ή άλλες επικίνδυνες συμπεριφορές και πιθανές αυτοκτονικές σκέψεις (αν ισχύει αυτό, μιλήστε άμεσα με κάποιο ειδικό). Τώρα λοιπόν που είδαμε τι είναι η κατάθλιψη, ας κοιτάξουμε εν συντομία γιατί μπορεί να αποτελεί και ένα δώρο.
Ζούμε σε μία εποχή που έχουμε μάθει να αγνοούμε τους ψυχολογικούς μας προβληματισμούς. Μας απασχολούν έντονα τα οικονομικά, επαγγελματικά και οικογενειακά μας ζητήματα αλλά αν ακούσουμε ότι κάποιος ψάχνει σε βάθος τις δυσκολίες επικοινωνίας που αντιμετωπίζει ή ότι θέλει να ανακαλύψει γιατί θυμώνει τόσο συχνά, η απάντηση μας συχνά είναι υποτιμητική: "Αν έχεις λεφτά για ψυχολόγους, τί να σου πω..." ή "Εδώ ο κόσμος καίγεται κι εσύ ασχολείσαι με χαζομάρες." Η αλήθεια είναι πως λίγοι είναι οι άνθρωποι που θα τολμήσουν να 'ξεγυμνώσουν' την ψυχή τους σε ένα ψυχοθεραπευτή και ακόμα λιγότεροι αυτοί που θα μείνουν μέχρι να βγάλουν κάποιο ουσιαστικό νόημα. Συχνά, ακόμα και να τολμήσει κάποιος να κάνει το πρώτο βήμα, θα φύγει μόλις οι συνεδρίες αποκτήσουν μεγαλύτερο βάθος και σοβαρότητα. Φαίνεται πως δεν είμαστε διατεθημένοι να ψάξουμε τους λόγους που κινούν τις συμπεριφορές μας και λογικό είναι γιατί αν το 'Δεν ξέρω' αντικατασταθεί από το 'Ξέρω', τότε αναπόφευκτα αυτό θα σημαίνει ότι υπάρχουν και λύσεις και ότι είναι στο χέρι μας να επιλέξουμε να κάνουμε αλλαγές. Βλέπουμε λοιπόν ποιά κατάσταση είναι πιο βολική.
Εδώ όμως έρχεται να παρέμβει η κατάθλιψη. Θεωρώ την κατάθλιψη μία σφαλιάρα, η οποία, όπως όλα, ή θα μας αφυπνίσει ή θα μας γονατίσει. Το τί από τα δύο θα γίνει θα εξαρτηθεί αποκλειστικά από το πώς θα χειριστούμε την κατάσταση. Αν επιλέξουμε να το αγνοήσουμε μέχρι να φύγει, υπάρχει μία σοβαρή περίπτωση να χειροτερέψει. Αν το χρησιμοποιήσουμε για να κερδίσουμε την προσοχή και τη φροντίδα των γύρω μας, σε πρώτο στάδιο θα αντισταθούμε με πάθος σε κάθε ευκαιρία να ξεπεράσουμε την κατάθλιψη αλλά σε δεύτερο στάδιο κάποια στιγμή οι γύρω μας θα βαρεθούν να ασχολούνται μαζί μας και τότε θα πρέπει ξανά να διαχειριστούμε κάπως την κατάστασή μας. Αν αποφασίσουμε να κάνουμε κάτι για την κατάθλιψή μας και δεν κρυφτούμε πίσω από λόγους, 'οπως έλλειψη χρόνου ή οικονομικές δυσκολίες, που όσο κι αν ευσταθούν, μικρή βαρύτητα έχουν συγκριτικά με το να χάνει κάποιος την ποιότητα ζωής του (ή, δυστυχώς, την ίδια του τη ζωή), τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να κερδίσουμε τη μάχη. Θα είναι δύκολος ο αγώνας και οδυνηρός γιατί θα μας δείξει όλα όσα μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαμε τεχνηέντως κρύψει μέσα σε ντουλάπια και κάτω από καναπέδες, αλλά στο τέλος θα μας έχει δώσει 2 σημαντικά μαθήματα: πρώτον, όταν αναλαμβάνεις τις ευθύνες και τον έλεγχο της ζωής σου, αποκτάς μαζί και μία καινούργια δύναμη που καθιστά κάθε καινούργια νίκη πιο σημαντική γιατί είναι αποκλειστικά δική σου. Δεύτερον, δεν έχει σημασία πόσο καλά θα κρύψει κάποιος τα βιώματα του ή το θυμό του ή την απογοήτευση του. Στο τέλος πάντα θα βρουν ένα τρόπο να μας κρούσουν τον κώδωνα του κινδύνου. Και τότε μπορούμε να επιλέξουμε να παραιτηθούμε ή να αδράξουμε την ευκαιρία για να παλέψουμε για κάτι καλύτερο.