Θυμός, το μαύρο πρόβατο των συναισθημάτων.
Καθώς χάζευα σήμερα στο διαδύκτιο, σε μία σπάνια στιγμή ηρεμίας και χαλάρωσης, έκανα μία σκέψη: από όλα τα συναισθήματα που μπορεί να βιώσει κανείς, ο θυμός κουβαλάει τη βαρύτερη ενοχοποίηση, τις περισσότερες εκλογικεύσεις αλλά και τη μεγαλύτερη χρησιμότητα. Ενοχοποίηση επειδή πολλοί από εμάς δεν έλαβαν ποτέ το δικαίωμα να τον εκφράζουν. Ένα παιδί περιμένει από τους γονείς του να λάβει την 'έγκριση' για να εκφράσει ελεύθερα αυτά που βιώνει. 'Οταν οι γονείς σταθερά του ζητούν, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, να απαρνηθεί το θυμό του, αυτό μαθαίνει ότι η έκφραση του θυμού του δεν είναι αποδεκτή (φυσικά μόνο η έκφαση καθώς το συναίσθημα όχι απλά εξακολουθεί να υπάρχει αλλά εντείνεται κιόλας μέσα από την απαγόρευση) και έτσι βρίσκει άλλους τρόπους ή άλλα μέρη για να εκφραστεί. Τρανό παράδειγμα αποτελούν οι παθητικά επιθετικοί άνθρωποι που μόλις βιώσουν το συναίσθημα του θυμού το μετατρέπουν σε κάτι άλλο, πιο δικαιολογημένο, πιο κοινωνικά αποδεκτό, πιο τυχαίο. Συχνά οι άνθρωποι αυτοί αναλαμβάνουν, με βαριά καρδιά, δουλειές ή έργα που τους αναθέτουν άλλοι (συχνά παρατηρείται και μία παράλληλη αδυναμία να αρνηθούν κάτι) και φροντίζουν να εκφράσουν τον εκνευρισμό τους με διάφορες μεθόδους όπως η μη έγκαιρη ολοκλήρωση του έργου ή η μη ικανοποιητική του ολοκλήρωση. Άλλα παραδείγματα συναντώνται στα σχολεία, με τους λεγόμενους 'νταήδες', οι οποίοι διοχετεύουν στο σχολείο το θυμό που δεν τους επιτρέπεται να εκφράσουν στο σπίτι (αν και πολύ συχνά παρατηρούν ή και βιώνουν από πρώτο χέρι την έκφραση δύο μέτρα και δύο σταθμά, καθώς ενδέχεται η απαγόρευση αυτή να προέρχεται από γονείς που δεν ελέγχουν οι ίδιοι τα νεύρα τους). Και μετά ακολουθούν οι εκλογικεύσεις. Ο άνθρωπος που δεν έχει μάθει να διαχειρίζεται το θυμό του, σχεδόν πάντα θα ισχυρίζεται πως οι άλλοι του τον προκαλούν, με τις απροσεξίες/πονηριές/προδοσίες τους, διαβεβαιώνοντας με αυτό τον τρόπο αφ'ενός ότι ποτέ δεν θα χρειαστεί να έρθει αντιμέτωπος με τις ευθύνες του και αφ'ετέρου πως δε θα χρειαστεί αλλά και δε θα μπορέσει ποτέ να αλλάξει κάτι αφού οι πράξεις των άλλων δεν είναι στον έλεγχο μας. Είναι εξαιρετικά βολικό, αν και αρκετά στενάχωρο καθώς υπονοεί ότι δεν έχουμε εμείς τον έλεγχο των αντιδράσεων μας και άρα της διαχείρισης των συναισθημάτων μας, παρά είμαστε έρμαια των γύρω μας. Τέλος είναι χρήσιμο, αν και με έναν κάπως ανορθόδοξο τρόπο, στο να μας βοηθάει να διατηρούμε μία ουτοπική αντίληψη για ό,τι συμβαίνει γύρω μας και μία ψυχική ηρεμία για το ότι εμείς δε μπορούσαμε να κάνουμε κάτι παραπάνω, είμαστε σωστοί, είμαστε άνθρωποι. Το πιο συχνό παράδειγμα το ακούω όταν κάποιος έρχεται αντιμέτωπος με κάτι που του προκαλεί ενοχές: 'Να ξέρεις πως όλοι αυτοί που ζητιανεύουν στο δρόμο ανήκουν σε επικίνδυνα κυκλώματα/προσποίουνται/καταστρέφουν την Ελλάδα γιατι μόνο παίρνουν και ποτέ δε δίνουν'. Και η ηρεμία επέρχεται ως εξής: 'Αυτοί είναι εδώ για να κάνουν κακό σε εμένα ή να κοροιδέψουν εμένα και τη χώρα μου, άρα δε χρειάζεται να νιώσω ενοχές που δεν τους δίνω λεφτά'. Είναι ένας εξαιρετικά χρήσιμος, αν και σχετικά φειδωλός, αμυντικός μηχανισμός ο οποίος όμως βασίζεται μόνο σε υποθέσεις και αυτό δε μπορεί παρά να σημαίνει ότι το 'αν' τους έχει τη δυνατότητα να μας στοιχειώσει. Είναι κάτι που συμβαίνει καθημερινά σε όλους μας, κάθε φορά που αντικαθιστούμε τη λύπη ή τις ενοχές μας με θυμό, ο οποίος μπορεί να μην εκφράζεται σχεδόν ποτέ εκεί που πρέπει ή με τους κατάλληλους χειρισμούς αλλά τουλάχιστον μας βοηθάει να συνεχίζουμε τη ζωή μας με τη συνείδησή μας καθαρή.